
Ο πρωτοφανής πλούτος που απέκτησαν οι ανθρώπινες μάζες με την ανέγερση του καπιταλισμού, ήταν μόνο ένα υποπροϊόν της Βιομηχανικής Επανάστασης.
Του Ludwig von Mises
Πριν τον καπιταλισμό
Το σύστημα παραγωγής πριν τον καπιταλισμό ήταν αυστηρά περιοριστικό. Η ιστορική βάση αυτού του συστήματος εντοπιζόταν στη στρατιωτική κατάκτηση. Οι νικηφόροι βασιλείς παραχωρούσαν τη γη στους παλαδίνους τους. Αυτοί οι αριστοκράτες ήταν αφέντες με την κυριολεκτική έννοια της λέξης, καθώς δεν εξαρτώνταν από την προτίμηση ή την απόρριψη των καταναλωτών σε μια αγορά.
Από την άλλη πλευρά, οι ίδιοι αυτοί αφέντες ήταν οι κύριοι πελάτες των μεταποιητών παραγωγών, οι οποίοι ήταν οργανωμένοι σε συντεχνιακά σχήματα. Το σύστημα αυτό παρεμπόδιζε την καινοτομία και απαγόρευε την απόκλιση από τις παραδοσιακές μεθόδους παραγωγής. Ο αριθμός των ανθρώπων για τους οποίους υπήρχαν διαθέσιμες θέσεις εργασίας, ακόμη και στη γεωργία ή στις μεταποιητικές τέχνες, ήταν περιορισμένος. Υπό αυτές τις συνθήκες, πολλοί άνθρωποι, για να δανειστούμε τα λόγια του Μάλθους, διαπίστωναν ότι «στο γιορτινό τραπέζι της φύσης δεν υπήρχε κρατημένη θέση γι’ αυτούς» και η φύση «τους πρόσταζε να φύγουν». Όμως, κάποιοι από αυτούς τους απόκληρους κατάφερναν να επιβιώσουν, αποκτούσαν παιδιά και ο αριθμός των άπορων αυξανόταν απελπιστικά.
Η ανέγερση του καπιταλισμού
Αλλά τότε ήρθε ο καπιταλισμός. Είναι συνηθισμένο σήμερα να βλέπουμε τις ριζικές καινοτομίες που επέφερε ο καπιταλισμός αντικαθιστώντας τις πρωτόγονες και ανεπαρκείς μεθόδους των παλιών εργαστηρίων, με τα μηχανικά εργοστάσια. Αυτή, ωστόσο, είναι μια αρκετά επιφανειακή οπτική. Το χαρακτηριστικό γνώρισμα του καπιταλισμού που τον έκανε να ξεχωρίζει από τις παλιές μεθόδους παραγωγής, ήταν η νέα αρχή των μεθόδων της αγοράς.
Ο καπιταλισμός δεν είναι απλώς η μαζική παραγωγή αγαθών, αλλά η μαζική παραγωγή που θα ικανοποιήσει τις ανάγκες και τις επιθυμίες πολλών ανθρώπων. Τα εργαστήρια μεταποίησης των «καλών παλιών ημερών» ικανοποιούσαν σχεδόν αποκλειστικά τις επιθυμίες και ανάγκες των εχόντων. Αλλά η βιομηχανία παρήγαγε φθηνά προϊόντα για τους πολλούς. Όλα τα πρώιμα βιομηχανικά εργοστάσια, είχαν σχεδιαστεί για να εξυπηρετούν τις μεγάλες ανθρώπινες μάζες, τα ίδια στρώματα ανθρώπων που εργάζονταν στα εργοστάσια. Εξυπηρετούσαν αυτούς τους ανθρώπους είτε άμεσα ή έμμεσα μέσω εξαγωγών παρέχοντάς τους με αυτόν τον τρόπο τρόφιμα και πρώτες ύλες από το εξωτερικό. Αυτή η νέα αρχή των μεθόδων της αγοράς, ήταν το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του πρώιμου καπιταλισμού, όπως είναι και του σημερινού καπιταλισμού.
Οι ίδιοι οι εργαζόμενοι είναι οι πελάτες που καταναλώνουν το πολύ μεγαλύτερο μέρος όλων των αγαθών που παράγονται. Είναι οι κυρίαρχοι πελάτες που «έχουν πάντα δίκιο». Η αγορά ή η απόρριψη αγαθών καθορίζει τι πρέπει να παραχθεί, σε ποια ποσότητα και σε ποια ποιότητα. Αγοράζοντας αυτά που επιθυμούν και τους εξυπηρετούν καλύτερα, οι καταναλωτές οδηγούν κάποιες επιχειρήσεις στην κερδοφορία και στην επέκταση τους και κάποιες επιχειρήσεις σε ζημίες και συρρίκνωση. Με αυτόν τον τρόπο, οι καταναλωτές μεταβάλλουν συνεχώς την κατοχή του ελέγχου των συντελεστών της παραγωγής και τον κατευθύνουν στα χέρια των επιχειρηματιών που επιτυγχάνουν καλύτερα να ικανοποιούν τις επιθυμίες τους.
Υπό τον καπιταλισμό, η ιδιωτική ιδιοκτησία των συντελεστών της παραγωγής αποτελεί κοινωνική συνάρτηση. Οι επιχειρηματίες, οι καπιταλιστές και οι ιδιοκτήτες γης, είναι εντολοδόχοι των καταναλωτών και οι εντολοδότες μπορούν να ανακαλέσουν τις εντολές τους ανά πάσα στιγμή. Για να είναι κάποιος πλούσιος, δεν αρκεί να αποταμιεύσει και να συσσωρεύσει κεφάλαιο για μια φορά. Είναι απαραίτητο να το επενδύει ξανά και ξανά σε εκείνες τις γραμμές παραγωγής στις οποίες εξυπηρετούνται καλύτερα οι επιθυμίες των καταναλωτών.
Η διαδικασία της αγοράς είναι ένα καθημερινό επαναλαμβανόμενο δημοψήφισμα, όπου όσοι δεν χρησιμοποιούν την ιδιοκτησία τους σύμφωνα με τις εντολές που δόθηκαν από το κοινό, εκδιώκονται αναπόφευκτα από τις τάξεις των κερδοφόρων ανθρώπων. Οι επιχειρήσεις, οι οποίες σήμερα αποτελούν στόχο φανατισμένου μίσους εκ μέρους όλων των σύγχρονων κυβερνήσεων και πολλών αυτοανακηρυγμένων διανοουμένων, αποκτούν και διατηρούν μεγάλα μεγέθη, μόνο αν εξυπηρετούν τις πλατιές ανθρώπινες μάζες. Οι επιχειρήσεις που εξυπηρετούν τις ανέσεις των λίγων, δεν αποκτούν ποτέ μεγάλο μέγεθος στην αγορά.
Οι κοντόφθαλμοι ιστορικοί και πολιτικοί του 19ου αιώνα
Οι ιστορικοί και οι πολιτικοί του 19ου αιώνα, απέτυχαν να συνειδητοποιήσουν ότι οι εργαζόμενοι ήταν οι κύριοι καταναλωτές των προϊόντων της βιομηχανίας. Κατά την άποψή τους, ο μισθωτός ήταν απλά ένα ανθρώπινο εργαλείο που εξυπηρετούσε μια αργόσχολη παρασιτική τάξη. Έζησαν και εργάστηκαν υπό την αυταπάτη ότι η βιομηχανία έβλαψε τους εργαζόμενους και υποβάθμισε το βιοτικό τους επίπεδο. Αν είχαν δώσει προσοχή στα στατιστικά στοιχεία, θα μπορούσαν εύκολα να ανακαλύψουν την παρανόηση τους. Η παιδική θνησιμότητα μειώθηκε, η μέση διάρκεια ζωής αυξήθηκε, ο πληθυσμός πολλαπλασιάστηκε και ο μέσος κοινός άνθρωπος απολάμβανε ανέσεις τις οποίες δεν είχαν καν ονειρευτεί οι προηγούμενες γενιές.
Ωστόσο, αυτός ο πρωτοφανής πλούτος που απέκτησαν οι ανθρώπινες μάζες, ήταν μόνο ένα υποπροϊόν της Βιομηχανικής Επανάστασης. Το κύριο επίτευγμα της καπιταλιστικής παραγωγής, ήταν η μεταφορά της οικονομικής κυριαρχίας από τους χωροδεσπότες στο σύνολο του πληθυσμού. Ο μέσος κοινός άνθρωπος δεν ήταν πια είλωτας που έπρεπε να αρκείται στα ψίχουλα που περίσσευαν στα τραπέζια των πλουσίων. Οι τρεις κάστες που χαρακτήριζαν την εποχή προ του καπιταλισμού – οι δούλοι, οι δουλοπάροικοι και εκείνοι που οι θρησκευτικοί-σχολαστικιστές συγγραφείς, καθώς και η βρετανική νομοθεσία από τον 16ο έως τον 19ο αιώνα αποκαλούσαν άπορους – εξαφανίστηκαν. Οι απόγονοι τους, δεν έγιναν απλά ελεύθεροι εργαζόμενοι, αλλά και πελάτες, σε αυτό το νέο οικονομικό περιβάλλον.
-
Δείτε σχετικά: Καπιταλισμός – ο μεγάλος ευεργέτης της ανθρωπότητας
Αυτή η ριζική αλλαγή αντανακλώταν στην έμφαση που έδιναν οι επιχειρήσεις στις αγορές. Αυτό που χρειάζονται πρώτο απ’ όλα οι επιχειρήσεις, είναι αγορές και εκ νέου αγορές. Αυτό ήταν το μότο της καπιταλιστικής επιχείρησης. Αγορές – που σημαίνει εντολοδόχους, αγοραστές, καταναλωτές. Υπό τον καπιταλισμό, υπάρχει μόνο ένας τρόπος που οδηγεί στον πλούτο: να εξυπηρετεί κάποιος τους καταναλωτές καλύτερα και φθηνότερα από ό, τι οι άλλοι.
Μέσα στο κατάστημα και στο εργοστάσιο, ο ιδιοκτήτης – ή στις μεγάλες επιχειρήσεις, ο εκπρόσωπος των μετόχων, ο πρόεδρος – είναι τα αφεντικά. Αλλά αυτή η κυριαρχία ισχύει υπό όρους. Υπόκειται στην ανώτερη κυριαρχία των καταναλωτών. Ο καταναλωτής είναι βασιλιάς, είναι το πραγματικό αφεντικό και ο παραγωγός είναι τελειωμένος αν δεν ξεπεράσει τους ανταγωνιστές του εξυπηρετώντας καλύτερα τους καταναλωτές.
Πολιτική, διανόηση και ελεύθερη αγορά
Αυτός ο σπουδαίος οικονομικός μετασχηματισμός, ήταν που άλλαξε το πρόσωπο του κόσμου. Πολύ σύντομα μετέφερε την πολιτική εξουσία από τα χέρια μιας προνομιούχου μειονότητας, στα χέρια του λαού. Ο κοινός άνθρωπος, στον οποίο η διαδικασία της αγοράς είχε δώσει την εξουσία να επιλέγει τους επιχειρηματίες και τους καπιταλιστές, απέκτησε την ανάλογη εξουσία στον τομέα της πολιτικής διακυβέρνησης. Έγινε ψηφοφόρος.
Παρατηρήθηκε από διακεκριμένους οικονομολόγους, νομίζω αρχικά από τον Frank A. Fetter, ότι η αγορά είναι μια δημοκρατία στην οποία κάθε δεκάρα παρέχει δικαίωμα ψήφου. Θα ήταν πιο σωστό να πούμε ότι η αντιπροσωπευτική κυβέρνηση εκλεγμένη από τον λαό, αποτελεί μια προσπάθεια να οργανωθούν οι συνταγματικές υποθέσεις σύμφωνα με το μοντέλο της αγοράς, αλλά αυτό δεν μπορεί ποτέ να επιτευχθεί πλήρως.
Στον πολιτικό τομέα, η βούληση της πλειοψηφίας είναι αυτή που επικρατεί πάντα και η μειοψηφία πρέπει να αποδώσει προτεραιότητα σ’ αυτήν. Η μειοψηφία εξυπηρετείται επίσης, υπό την προϋπόθεση ότι δεν είναι ασήμαντη σε αριθμό ώστε να καταστεί αμελητέα. Η βιομηχανία ένδυσης δεν παράγει ρούχα μόνο για τους νορμάλ ανθρώπους, αλλά και για τους παχύσαρκους. Η εκδοτική παραγωγή δεν δημοσιεύει μόνο western και αστυνομικές ιστορίες για την πλειοψηφία αλλά εκδίδει και βιβλία για επιλεκτικούς αναγνώστες.
Υπάρχει μια δεύτερη σημαντική διαφορά. Στον πολιτικό τομέα, δεν υπάρχει κανένας τρόπος για ένα άτομο ή μια μικρή ομάδα ατόμων να μην υπακούσουν στη βούληση της πλειοψηφίας. Αλλά στον πνευματικό τομέα, η ιδιωτική ιδιοκτησία καθιστά δυνατή την εξέγερση. Ο επαναστάτης πρέπει να πληρώσει ένα τίμημα για την ανεξαρτησία του. Σε αυτό το σύμπαν δεν υπάρχουν έπαθλα που μπορούν να αποκτηθούν χωρίς θυσίες. Αλλά εάν ένας άνθρωπος είναι πρόθυμος να πληρώσει το τίμημα, είναι ελεύθερος να αποκλίνει από την κυβερνητική ορθοδοξία ή τη νεορθοδοξία.
Ποιες συνθήκες θα αντιμετώπιζαν υπό τον σοσιαλισμό «αιρετικοί» διανοητές όπως οι Kierkegaard, Schopenauer, Veblen ή Freud; Ο Monet, ο Courbet, ο Walt Whitman, ο Rilke ή ο Kafka; Σε όλες τις γενεές, οι πρωτοπόροι των μεθόδων σκέψης και δράσης, μπορούσαν να λειτουργήσουν μόνο επειδή η ιδιωτική ιδιοκτησία επέτρεπε την αμφισβήτηση των μεθόδων της πλειοψηφίας. Μόνο κάποιοι από αυτούς τους αυτονομιστές ήταν οι ίδιοι αρκετά οικονομικά ανεξάρτητοι, ώστε να αψηφήσουν και να προκαλέσουν την κυβέρνηση. Αλλά μέσα στο κλίμα της ελεύθερης οικονομίας, βρήκαν κάποιους μεταξύ των πολιτών που ήταν πρόθυμοι να τους βοηθήσουν και να τους υποστηρίξουν. Τι θα έκανε ο Μαρξ χωρίς τον χορηγό του, τον κατασκευαστή Friedrich Engels;
***
Ο Ludwig von Mises (1881-1973) ήταν ο αναγνωρισμένος ηγέτης της αυστριακής σχολής οικονομικής σκέψης, ένας σπουδαίος πρωτοπόρος της οικονομικής θεωρίας και ένας ακούραστος συγγραφέας. Τα γραπτά και οι διαλέξεις του von Mises εξέταζαν και εξηγούσαν την οικονομική θεωρία, την ιστορία, την επιστημολογία, το κράτος και την πολιτική φιλοσοφία. Οι συνεισφορά του στην οικονομική θεωρία περιλαμβάνει σημαντικές διευκρινίσεις σχετικά με την ποσοτική θεωρία του χρήματος, τη θεωρία του εμπορικού κύκλου, την ενσωμάτωση της νομισματικής θεωρίας στην οικονομική θεωρία και την απόδειξη ότι ο σοσιαλισμός είναι καταδικασμένος να αποτύχει επειδή δεν μπορεί να επιλύσει το πρόβλημα του οικονομικού υπολογισμού. Ο von Mises ήταν ο πρώτος μελετητής που αναγνώρισε ότι τα οικονομικά είναι μέρος μιας ευρύτερης επιστήμης που αφορά την ανθρώπινη δράση, μια επιστήμη που ονόμασε πραξεολογία (praxeology).