Πώς το κοινωνικό κράτος μας κάνει απάνθρωπα παράσιτα

0
5186
Στην κοινωνία της αγοράς, η δυνατότητα να κάνεις ο, τι σου αρέσει ή ο,τι θέλεις, αποτελεί προνόμιο που μπορείς να εξασφαλίσεις μόνο ικανοποιώντας τις επιθυμίες άλλων κατά την δράση σου. Το κοινωνικό κράτος καταργεί αυτή την αρετή.
Στην κοινωνία της αγοράς, η δυνατότητα να κάνεις ο, τι σου αρέσει ή ο,τι θέλεις, αποτελεί προνόμιο που μπορείς να εξασφαλίσεις μόνο ικανοποιώντας τις επιθυμίες άλλων κατά την δράση σου. Το κοινωνικό κράτος καταργεί αυτή την αρετή.

το κοινωνικό κράτος έχει καταστήσει δυνατή τη διαβίωση χωρίς να συμβάλει κάποιος στην παραγωγή ώστε να ικανοποιήσει και τους άλλους ανθρώπους.

 Του Ευθύμη Μαραμή

Εισαγωγή

Σε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο, ο Per Bylund καταπιάνεται με την επίδραση του κρατισμού στην κοινωνική συνεργασία. Σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας, το κράτος στηρίζεται στο σκεπτικό ότι η ύπαρξη του είναι απαραίτητη για να μας προστατεύσει από ανθρώπους, των οποίων οι τάσεις και οι πεποιθήσεις είναι επικίνδυνες. Για χιλιετίες, αυτό το αφήγημα συντηρούταν εύκολα καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι αλληλεπιδρούσαν ελάχιστα με άλλους ανθρώπους έξω από τις σχεδόν αυτάρκεις – και ως εκ τούτου φτωχές – κοινότητες τους.

Όμως, με την άνοδο της εκβιομηχάνισης και του διεθνούς εμπορίου τους τελευταίους αιώνες, ο ισχυρισμός του κράτους ότι είναι απαραίτητο για την «ασφάλεια» μας αμφισβητείται όλο και περισσότερο.

Αυτό οφείλεται κατά πολύ στο γεγονός ότι, για να επωφεληθεί κάποιος από την αγορά, πρέπει να συμμετάσχει σε δραστηριότητες που αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση άλλων ανθρώπων και στην πρόβλεψη των αναγκών και επιθυμιών τους. Ως αποτέλεσμα, το εμπόριο αυξάνει την κατανόησή μας τόσο για τα μέλη της κοινότητάς μας όσο και για τους ξένους. Μας κάνει επίσης να συνειδητοποιήσουμε ότι πολλοί άλλοι άνθρωποι είναι σαν εμάς, ακόμα κι αν μιλούν περίεργες γλώσσες ή έχουν παράξενα έθιμα και παραδόσεις.

Αγορά και ανθρώπινος πολιτισμός

Αυτό ουσιαστικά αντικατοπτρίζει τον νόμο του Say ή νόμο των αγορών, ο οποίος μας λέει ότι στην αγορά παράγουμε για να ανταλλάξουμε τα αγαθά ή τις υπηρεσίες μας με άλλους ανθρώπους, ούτως ώστε να μπορέσουμε να καλύψουμε έμμεσα τις δικές μας ανάγκες και επιθυμίες: η ζήτηση μας για αγαθά και υπηρεσίες στην αγορά, συντελείται με την προσφορά αγαθών και υπηρεσιών στην αγορά. Προκειμένου να ικανοποιήσουμε αποτελεσματικά τις επιθυμίες άλλων ανθρώπων, δεν χρειάζεται μόνο να επικοινωνούμε μαζί τους, αλλά και να τους κατανοούμε. Εάν δεν το κάνουμε, σπαταλάμε τις παραγωγικές μας προσπάθειες στην τύχη. Προφανώς, θα αποκομίσουμε και προσωπικά οφέλη μαθαίνοντας τι θέλουν οι άλλοι άνθρωποι, τόσο όσον αφορά τις τωρινές όσο και τις αναμενόμενες μελλοντικές τους επιθυμίες, παράγοντας στη συνέχεια με στόχο την ικανοποίηση τους.

Όλα καλά ως εδώ. Οι περισσότεροι άνθρωποι (εκτός από τους Κεϋνσιανούς) κατανοούν αυτό το πολύ απλό νόημα της αγοράς – και το πώς συμβάλλει στην εξέλιξη του πολιτισμού και στην ειρηνική αλληλεπίδραση. Αλλά δεν είναι άγιοι όλοι άνθρωποι και, έτσι, οι καλοί εργατικοί άνθρωποι κινδυνεύουν να πέσουν θύματα απάτης ή εγκληματικών ενεργειών, αν δεν μπορούν να αμυνθούν ενάντια σε τέτοιες ενέργειες. Χωρίς μια κεντρική εξουσία, όπως το κράτος, ποιος θα μας προστατεύσει από τέτοιους ανθρώπους;

Απάντηση: το δίκτυο των εθελοντικών συναλλαγών κάνει τα συμφέροντα των ανθρώπων να συμβαδίζουν. Στην αγορά, οι «κακοί» όταν εξαπατούν, κλέβουν ή ληστεύουν ένα άτομο ή μια οικογένεια, στην πραγματικότητα, επιτίθενται στην κοινότητα των αλληλεξαρτώμενων παραγωγών και στο δίκτυο των εμπόρων.

Φανταστείτε μια πόλη με έναν αρτοποιό που ειδικεύεται στο ψήσιμο ψωμιού το οποίο αρέσει στους ανθρώπους στην πόλη αλλά δεν χρησιμοποιεί ο ίδιος το ψωμί που παράγει. Αντ’ αυτού, πουλάει το ψωμί για να κερδίσει χρήματα τα οποία χρησιμοποιεί για να αγοράσει από άλλους τα αγαθά που πραγματικά χρειάζεται. Άλλοι άνθρωποι εξειδικεύουν εξίσου την παραγωγή τους για να παράγουν ο, τι επιθυμούν και χρειάζονται οι άλλοι, συμπεριλαμβανομένου του αρτοποιού, ώστε να μπορέσουν να χρησιμοποιήσουν μέρος του εισοδήματός τους για να αγοράσουν ψωμί. Όταν ένας κλέφτης κλέβει από τον αρτοποιό, επηρεάζει αρνητικά την προμήθεια ψωμιού της πόλης – και επίσης καθιστά τον αρτοποιό ανίκανο να αποκτήσει με αποτελεσματικότητα αγαθά από τους άλλους. Αυτό επηρεάζει πολλούς ανθρώπους, όχι μόνο τον αρτοποιό: επηρεάζει όλους τους ανθρώπους που ήθελαν αλλά τώρα δεν μπορούν να αγοράσουν ψωμί και όσους ανέμεναν να πουλήσουν τα προϊόντα τους στον αρτοποιό, αλλά πλέον δεν μπορούν.

Το δίκτυο ανταλλαγών της αγοράς και η εξειδικευμένη παραγωγή για την ικανοποίηση άλλων, δημιουργεί έτσι μια κοινότητα αλληλοεξαρτώμενων παραγωγών των οποίων τα συμφέροντα είναι γενικά ευθυγραμμισμένα: έχουν όλοι αυξήσει την παραγωγική τους προσπάθεια, παρέχοντας συγκεκριμένα αγαθά που παρουσιάζουν υψηλή ζήτηση και με αυτόν τον τρόπο βελτιώνεται το επίπεδο διαβίωσης όλων. Αλλά αυτό σημαίνει επίσης ότι είναι προς το συμφέρον όλων να μην πέφτει κανείς θύμα απάτης, κλοπής ή άλλης εγκληματικής ενέργειας, είτε το θύμα είναι υφιστάμενος ή δυνητικός παραγωγός αγαθών τα οποία επιθυμούν να αγοράσουν, είτε είναι υφιστάμενος ή δυνητικός αγοραστής των αγαθών που παράγουν.

Όλοι επωφελούνται από την τάξη της αγοράς, καθώς οι παραγωγικές τους προσπάθειές χρησιμοποιούνται εκεί όπου επιφέρουν το καλύτερο αποτέλεσμα για τους άλλους ανθρώπους. Αλλά, επίσης, όλοι επηρεάζονται αν τα πράγματα πάνε στραβά. Δεν είναι λοιπόν δύσκολο να καταλάβουμε την αυθόρμητη οργάνωση μιας πόλης ώστε να αντιμετωπιστεί το έγκλημα. Η κλοπή εις βάρος του αρτοποιού, δεν περιλαμβάνει μόνο τον ληστή και το θύμα: η επίθεση εναντίον ενός, αποτελεί επίθεση και στην κοινότητα. Ο ληστής έχει επιλέξει με τις ενέργειες του να μην συμμετάσχει στην κοινότητα – να είναι κοινωνικό απόβλητο.

Το κοινωνικό κράτος και οι συνέπειες του

Αυτό που συνέβη κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα, με την άνοδο του δημοκρατικού κοινωνικού κράτους, είναι ότι αυτοί οι δεσμοί που βασίζονται στην αγορά μεταξύ των ανθρώπων μιας κοινότητας έχουν αποκοπεί. Με την μεγιστοποίηση του κράτους, όλο και περισσότεροι άνθρωποι έχουν βρει θέσεις στην οικονομία και την κοινωνία, από όπου δεν χρειάζεται να εξυπηρετούν άλλους ανθρώπους. Με άλλα λόγια, το κοινωνικό κράτος έχει καταστήσει δυνατή τη διαβίωση χωρίς να συμβάλει κάποιος στην παραγωγή ώστε να ικανοποιήσει και τους άλλους ανθρώπους. Ζει αποσπώντας την παραγωγή άλλων.

Καθώς οι δεσμοί μεταξύ των ανθρώπων αποκόπηκαν, μειώθηκαν και οι αναστολές για τη συμμετοχή σε εγκληματικές συμπεριφορές. Ακόμα πιο σημαντικό, καθώς οι άνθρωποι δεν χρειάζεται να βασίζονται στην ικανότητά τους να ικανοποιούν τις επιθυμίες των άλλων, δεν κατανοούν πλέον τους άλλους: δεν έχουν κανένα κίνητρο να μάθουν για τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους και δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν προσωπικά από την ικανοποίηση των άλλων. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει αλληλεξάρτηση και επομένως ελαχιστοποιείται η λογική που αποτρέπει καταστρεπτικές-εγκληματικές συμπεριφορές.

Αυτό ακριβώς είδαμε κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα, όταν το υπερτροφικό κράτος αλλοίωσε την κοινωνία των πολιτών θεσπίζοντας συγκεντρωτικά συστήματα και αντικατέστησε την ειρηνική τάξη της αγοράς με την ισχύ και τη βίαιη επιβολή. Το πρόβλημα είναι ότι όταν οι άνθρωποι σταματούν να μαθαίνουν ο ένας για τον άλλο, είναι ευκολότερο να συγκρουστούν αντί να συνεργαστούν – και είναι πολύ πιο εύκολο να βλέπει κάποιος τους άλλους ανθρώπους ως εμπόδια στη δική του ευτυχία. Η απαλλαγή από αυτούς, αυξάνει έτσι το μερίδιό κάποιου στην (διαρκώς μειούμενη) πίτα και η χρήση και η εκμετάλλευση άλλων προς όφελός του εμφανίζεται ως καλό μέσο για την ικανοποίηση των επιθυμιών του.

Βλέπουμε όλο και περισσότερα παραδείγματα αυτού του είδους σκέψης μεταξύ των επιχειρηματιών και εκείνων που επιλέγουν επαγγελματική κατεύθυνση στα πανεπιστήμια. Ξεκινούν την επαγγελματική τους δραστηριότητα όχι ως μέσο διαβίωσης – δηλαδή να επωφεληθούν έμμεσα σύμφωνα με τον νόμο των αγορών – αλλά για να κάνουν «αυτό που τους αρέσει.» Είναι μια επιλογή lifestyle που πολλοί φαίνεται να πιστεύουν ότι είναι «δικαίωμα» τους. Ακόμη χειρότερα, πολλές φορές κατηγορούν την «κοινωνία» για την επαγγελματική τους αποτυχία, επειδή δεν τους «υποστήριξε» αρκετά και δεν εκτιμά τα αγαθά και τις υπηρεσίες τους στην τιμή που απαιτούν να εισπράξουν.

Ισχύει ακριβώς το αντίθετο: η δυνατότητα να κάνεις ο, τι σου αρέσει ή ο,τι θέλεις, αποτελεί προνόμιο που μπορείς να εξασφαλίσεις μόνο ικανοποιώντας τις επιθυμίες άλλων κατά την δράση σου. Εάν δημιουργήσεις αξία για άλλους, αποκομίζεις αξία και για τον εαυτό σου. Έτσι η κοινωνική συνεργασία στην αγορά ενισχύει τους δεσμούς μεταξύ των ανθρώπων, σε αντίθεση με την αποσύνθεση που επιφέρει ο κοινωνικός κρατισμός.

Σε μια κοινωνία κοινωνικού κρατισμού, όπου οι δεσμοί μεταξύ των ανθρώπων εξασθενούν, δεν αποτελεί έκπληξη που οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν την ιδέα μιας αποκεντρωμένης, αυθόρμητης τάξης, ως εξωφρενική, αφελή και ουτοπική. Ο ανταγωνισμός εδώ, δεν είναι υγιής και δεν στοχεύει στο να εξυπηρετήσει καλύτερα τους άλλους, μέσω της δοκιμής διαφορετικών ή διαφοροποιημένων τρόπων ικανοποίησης των επιθυμιών. Αντίθετα, αποτελεί παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος με νικητές και ηττημένους. Σε αυτή την κατάσταση κοινωνικής «συνεργασίας», κερδίζει όποιος κόβει δρόμο, λέει ψέματα και εξαπατά. Με άλλα λόγια, υπάρχει κίνητρο καταστροφής της αξίας και δίνεται προτεραιότητα σε βραχυπρόθεσμα οφέλη, ακόμη και αν έχουν υψηλό μακροπρόθεσμο κόστος – επειδή το κόστος μπορεί να επιβληθεί σε κάποιον άλλο. Είναι ακριβώς το αντίθετο του πολιτισμού και μια κοινωνική δομή που, εάν αφεθεί ανεξέλεγκτη και αμετάβλητη, τελικά θα εκφυλιστεί στα πρότυπα κοινότητας παρασιτικών εντόμων.

Δεν είναι περίεργο που οι άνθρωποι δυσκολεύονται να κατανοήσουν τα επιχειρήματα που εξηγούν την αρμονία των αγορών, σε μια εποχή που το κοινωνικό κράτος τους έχει αποξενώσει από την παραγωγική αλληλεξάρτηση όπως αυτή εξηγείται από το νόμο του Say. Η άτυπη, αυθόρμητη συνεργασία της αγοράς προς αμοιβαίο όφελος, αντικαταστάθηκε από μια κρατικιστική νοοτροπία, η οποία επιδιώκει εγγυήσεις – και τις βρίσκει μόνο στην επίσημη κρατική εξουσία.

Όμως, βλέποντας τα όσα αναφέρθηκαν στο άρθρο μας, θα πρέπει να είναι προφανές ότι αυτή η κατάσταση δεν αποτελεί με κανέναν τρόπο εγγύηση – ειδικά έναντι κακών συμπεριφορών. Ακριβώς το αντίθετο. Ωστόσο, θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι η αγορά δεν προσφέρει καμία εγγύηση, με την ακριβή έννοια του όρου. Αλλά χρειαζόμαστε εγγύηση όταν τα συμφέροντα των ανθρώπων είναι ευθυγραμμισμένα; Το μόνο που χρειάζεται είναι να εμπιστευτούμε με βεβαιότητα ότι οι άνθρωποι κάνουν ο, τι είναι καλύτερο για τον εαυτό τους. Αυτό, εντέλει, δεν είναι καθόλου αφελές ούτε ουτοπικό.

***

Βρίσκετε ενδιαφέροντα τα άρθρα στην «Ελεύθερη Αγορά»; Εκτιμάτε την προσπάθεια μας; Κάντε τώρα μια δωρεά 5 ευρώ και ενισχύστε μας.