
η σοσιαλιστική εξισωτική εμμονή, καταλήγει να καταστρέφει τα οικονομικά θεμέλια πάνω στα οποία θα μπορούσε να χτιστεί μια πραγματικά ευημερούσα κοινωνία.
Απόδοση: Ευθύμης Μαραμής
Η εμμονή με την ανισότητα του πλούτου
Ένας από τους κύριους στόχους του «προοδευτικού» (δηλαδή του αριστερού, σοσιαλιστικού) κινήματος, είναι η εξίσωση των εισοδημάτων και του πλούτου. Θεωρούν ότι είναι άδικο, ακόμα και ανήθικο, να κατέχουν κάποιοι άνθρωποι περισσότερα και κάποιοι άλλοι λιγότερα. Καταδικάζουν ιδιαίτερα την ύπαρξη δισεκατομμυριούχων, εκατομμυριούχων, ακόμη και οποιωνδήποτε έχουν απλά περισσότερο πλούτο από κάποιους άλλους. Απαιτούν από το κράτος να εξισώσει τα εισοδήματα και τον πλούτο, αποσπώντας χρήματα από όσους τα έχουν ούτως ώστε είτε να τα παραχωρήσει σε άλλους είτε απλώς να τα διαθέσει σε γενικές κρατικές δαπάνες.
Οι αυταπάτες των σοσιαλιστών
Οι σοσιαλιστές είναι πεπεισμένοι ότι ορισμένοι άνθρωποι είναι φτωχοί ακριβώς επειδή κάποιοι άλλοι είναι πλούσιοι. Φυσικά, υπό ένα φορο-αναδιανεμητικό πολιτικοοικονομικό σύστημα, θεωρητικά αυτό θα μπορούσε να καταστεί εφικτό. Δηλαδή, το κράτος θα μπορούσε να φορολογήσει τους ανθρώπους και στη συνέχεια να επιχορηγήσει, ας πούμε, μια εταιρεία, επιτρέποντας της έτσι να καταστεί πλούσια μέσω αυτής της επιδότησης. Ή το κράτος θα μπορούσε να παραχωρήσει ένα μονοπώλιο σε μια επιχείρηση για να προσφέρει αυτή κάποια αγαθά ή υπηρεσίες, επιτρέποντας στην επιχείρηση να γίνει πλούσια λόγω της έλλειψης ανταγωνιστών.
Σε μια ανεμπόδιστη οικονομία της αγοράς, ωστόσο, στο σύστημα δηλαδή που προτιμούμε οι φιλελεύθεροι, ο μόνος τρόπος να γίνει κάποιος πλούσιος είναι η παροχή αγαθών ή υπηρεσιών που είναι πρόθυμοι να αγοράσουν άλλοι άνθρωποι. Όσο πιο επιτυχημένος είναι ο πωλητής στην ικανοποίηση των καταναλωτών, τόσο πιο πλούσιος γίνεται.
Πως λειτουργεί μια ελεύθερη αγορά
Έτσι, η οικονομική επιτυχία σε μια πραγματική κοινωνία ελεύθερης αγοράς, δεν μπορεί να είναι η αιτία της φτώχειας κάποιου άλλου. Στην πραγματικότητα, ισχύει το αντίθετο: Όσο πιο επιτυχημένη είναι η επιχείρηση, τόσο περισσότερο ευημερούν οι άνθρωποι στο κατώτερο σημείο της οικονομικής κλίμακας.
Πρώτον, εξετάστε τις θέσεις εργασίας που η προσφέρει η επιχείρηση στους ανθρώπους. Αυτές οι θέσεις εργασίας προσφέρουν εισόδημα και ασφάλεια στους εργαζόμενους. Όσο η επιχείρηση καταφέρνει να ικανοποιεί τους καταναλωτές, επεκτείνει τις δραστηριότητές της. Αυτό σημαίνει πως προσφέρει θέσεις εργασίας σε περισσότερους ανθρώπους.
Δεύτερον, εξετάστε τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που προσφέρει η επιχείρηση στους ανθρώπους ως καταναλωτές. Όσο περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες προσφέρει η επιχείρηση, ειδικά εάν οι τιμές αρχίσουν να μειώνονται λόγω της αυξημένης προσφοράς, τόσο ευημερούν οι καταναλωτές.
Τρίτον, αυξάνοντας τα έσοδα και τα κέρδη, η επιχείρηση προσθέτει στο συνολικό επίπεδο κεφαλαίου της κοινωνίας, γεγονός που επιφέρει αυξημένη παραγωγικότητα, η οποία σημαίνει αύξηση της ευημερίας και του συνολικού κοινωνικού επιπέδου διαβίωσης.
Συνεπώς, σε μια πραγματική ελεύθερη αγορά, υπάρχει μια αρμονία συμφερόντων μεταξύ των ιδιοκτητών επιχειρήσεων, των επενδυτών, των εργαζομένων και των καταναλωτών. Όλοι έχουν συμφέρον στη διατήρηση και επέκταση της επιτυχίας της επιχείρησης. Το γεγονός ότι μερικοί άνθρωποι γίνονται πλουσιότεροι από τους άλλους είναι εντελώς άσχετο όταν αναλογιστούμε ότι όλοι ευημερούν περισσότερο από ο, τι πριν.
Καταστροφικός σοσιαλιστικός φθόνος
Ποια είναι η πραγματική δύναμη που κινεί το σοσιαλιστικό εξισωτικό κίνημα; Ο φθόνος και η απληστία. Οι σοσιαλιστές απλώς δεν μπορούν να αντέξουν το γεγονός ότι μερικοί άνθρωποι έχουν περισσότερα χρήματα από όσα έχουν οι ίδιοι. Ακόμα κι αν η εξισωτική επιβολή της κρατικής εξουσίας καταστήσει τον καθένα φτωχότερο, (συμπεριλαμβανομένων των φτωχών), αυτό δεν ενοχλεί τους σοσιαλιστές. Το μόνο που έχει σημασία, είναι οι πλούσιοι να μην είναι πλέον πλούσιοι.
Έχουμε δει την εξέλιξη της σοσιαλιστικής εμμονής με τον εξισωτισμό στις κομμουνιστικές χώρες. Για παράδειγμα, όταν ο Φιντέλ Κάστρο πήρε τα ηνία της εξουσίας στην Κούβα, δεν αρκέστηκε να φορολογήσει μόνο τους πλούσιους. Ήξερε ότι αυτό θα μείωνε την ανισότητα του πλούτου αλλά δεν θα την εξάλειφε. Αποφάσισε να προχωρήσει σε πλήρη εξισωτισμό. Πήρε τα πάντα – τα πάντα! – από τους πλούσιους. Χρήματα, τραπεζικούς λογαριασμούς, σπίτια και επιχειρήσεις. Η κομμουνιστική κυβέρνηση ανέλαβε την ιδιοκτησία των πάντων. Όλοι έγιναν κρατικοί υπάλληλοι.
Μετά από λίγο καιρό, οι περισσότεροι ήταν ίσοι όσον αφορά το εισόδημα και τον πλούτο – δηλαδή, εξίσου φτωχοί. Στην πραγματικότητα, οι περισσότεροι ήταν τώρα στα όρια της επιβίωσης. (Με εξαίρεση, φυσικά, τους κρατικούς αξιωματούχους της Κούβας). Με την ανάληψη του ελέγχου όλων των επιχειρήσεων από κρατικούς γραφειοκράτες, η κυβέρνηση δεν κατέστρεψε μόνο την επιχειρηματικότητα η οποία οδηγεί την οικονομία της ελεύθερης αγοράς, αλλά και την ιδιωτική συσσώρευση κεφαλαίου, ένα από τα κλειδιά για την αύξηση του βιοτικού επιπέδου και της ευημερίας.
Έτσι, η σοσιαλιστική εξισωτική εμμονή, καταλήγει να καταστρέφει τα οικονομικά θεμέλια πάνω στα οποία θα μπορούσε να χτιστεί μια πραγματικά ευημερούσα κοινωνία. Πιο σημαντικό, καταστρέφει την ελευθερία των πολιτών. Αυτό συμβαίνει διότι, σε μια πραγματικά ελεύθερη κοινωνία, οι άνθρωποι έχουν το φυσικό δικαίωμα να συσσωρεύουν όσο πλούτο θέλουν και να κάνουν ο, τι θέλουν με αυτόν.
***
Ο Jacob G. Hornberger είναι ιδρυτής και πρόεδρος του Ιδρύματος Future of Freedom Foundation. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Laredo του Τέξας και πήρε το πτυχίο του στα οικονομικά από το Στρατιωτικό Ινστιτούτο της Virginia και το πτυχίο του στη νομική από το Πανεπιστήμιο του Τέξας. Διετέλεσε δικηγόρος για δώδεκα χρόνια στο Τέξας. Διετέλεσε επίσης επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Ντάλας, όπου δίδαξε νομικά και οικονομικά. Το 1987, ο κ. Hornberger εγκατέλειψε την δικηγορία για να γίνει διευθυντής προγραμμάτων στο Foundation for Economic Education. Έχει προωθήσει την ελευθερία και τις ελεύθερες αγορές σε ραδιοφωνικούς σταθμούς στο σύνολο των ΗΠΑ, καθώς και σε εκπομπές του Neil Cavuto και Greta van Susteren στο Fox News και εμφανίστηκε ως τακτικός σχολιαστής στην εκπομπή Freedom Watch του δικαστή Andrew Napolitano .
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Future of Freedom Foundation