Κρατικός πατερναλισμός, πολιτικό πλιάτσικο και κοινωνικός εκφυλισμός

0
3144

Η κεντρική ιδέα που υποστηρίζει ο πολιτικός πατερναλισμός, λέει πως το άτομο δεν μπορεί να είναι ελεύθερος και υπεύθυνος άνθρωπος.

 

Του Ευθύμη Μαραμή

Εισαγωγή

Σε όλο το φάσμα των πολιτικών τάσεων, είτε αριστερών, «προοδευτικών», αυτοαποκαλούμενων «φιλελεύθερων», «εθνικιστικών» ή «συντηρητικών», υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής στις πολιτικές θέσεις και στα σχετικά προγράμματα. Ο κοινός αυτός παρονομαστής, θεωρεί δεδομένο πως το κράτος πρέπει να είναι ο ρυθμιστής της κοινωνίας.

Οι αριστεροί και οι «προοδευτικοί» ευαγγελίζονται την επικράτηση του δημοκρατικού εξισωτισμού, ο οποίος βασίζεται σε πολιτικές ταυτότητας, φύλου, φυλών και «κοινωνικής τάξης». Οι εθνικιστές επιζητούν πολιτικές αποκατάστασης της εθνικής ταυτότητας, σε ένα πλαίσιο όπου το κράτος ορίζει τις ιστορικές ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά του έθνους. Για την προστασία και τη διατήρηση αυτών των καθορισμένων από το κράτος «εθνικών» χαρακτηριστικών, θα πρέπει να εφαρμόζονται κρατικοί κανόνες, περιορισμοί και προστατευτισμός. Οι συντηρητικοί και οι αυτοαποκαλούμενοι «φιλελεύθεροι», που ενίοτε ακολουθούν ρητορική υπέρ του περιορισμένου κράτους και των ελευθέρων αγορών, στην πραγματικότητα δεν θέλουν τίποτα άλλο παρά τη διατήρηση ή την επανάκτηση της πολιτικής εξουσίας: είναι πρόθυμοι να ασκήσουν αφόρητο παρεμβατισμό, κοινωνικό κρατισμό και αναδιανεμητικά προγράμματα, δηλαδή πολιτικές ανάλογες με αυτές των «προοδευτικών» τους οποίους υποτίθεται ότι αντιπολιτεύονται.

Χαμένος μέσα σε αυτόν τον ιδεολογικό και πολιτικό πόλεμο με στόχο την ανάληψη των κυβερνητικών ηνίων της λεηλασίας και του φαβοριτισμού, είναι ο κλασικός φιλελευθερισμός που υποστηρίζει την ιδιωτική ιδιοκτησία, την ατομική ελευθερία, την ελεύθερη οικονομία της αγοράς και τις πολιτικές ελευθερίες υπό αμερόληπτο κανόνα δικαίου: Αυτό που σήμερα ονομάζεται αναρχοκαπιταλισμός.

Ενόψει αυτών των ανταγωνιστικών, αλλά φιλοσοφικά συμπληρωματικών μεταξύ τους πολιτικών, που απαιτούν τη διατήρηση και την επέκταση του «μεγάλου αδερφού» με όλο και περισσότερες ντιρεκτίβες και περιορισμούς επί των ζωών μας, αξίζει τον κόπο να επανεξετάσουμε τις πραγματικότητες και τα δεδομένα που αντιπροσωπεύει ο πολιτικός πατερναλισμός.

Πατερναλισμός και πολιτική εξουσία

Πρωτίστως και κυριότερα, η κεντρική ιδέα που υποστηρίζει ο πολιτικός πατερναλισμός λέει πως το άτομο δεν μπορεί να είναι ελεύθερος και υπεύθυνος άνθρωπος. Αυτοί που επιθυμούν να σχεδιάσουν με κοινωνική μηχανική τις ζωές μας, θεωρούν ότι διακατεχόμαστε από άγνοια, είμαστε υπερβολικά ανεύθυνοι και έχουμε περιορισμένη δυνατότητα προσωπικού προγραμματισμού ώστε να φροντίσουμε με σωφροσύνη και ορθολογισμό την υγειονομική μας περίθαλψη, τη συνταξιοδότηση μας, την εκπαίδευση της οικογένειας μας ή τις δαπάνες μας, τις καταναλωτικές και τις επενδυτικές μας επιλογές.

Οι πολιτικοί πατερναλιστές που προτείνουν τη διεύρυνση της ατζέντας του παρεμβατικού-κοινωνικού κρατισμού, υπονοούν ότι είναι ανώτεροι από τους υπόλοιπους και διαθέτουν περίσσευμα αλαζονείας, θεωρώντας ότι ξέρουν καλύτερα από εμάς ποιο είναι το καλό μας. Δεν είναι τίποτα λιγότερο από δυνητικοί τύραννοι, αποφασισμένοι να διαμορφώσουν τον κόσμο σύμφωνα με τη δική τους ιδεολογική οπτική – και, φυσικά, θα το κάνουν για το καλό μας, είτε το θέλουμε είτε όχι, είτε μας αρέσει είτε όχι, είτε εξυπηρετούμαστε είτε όχι.

Επιπλέον, είναι διατεθειμένοι να χρησιμοποιήσουν βία εναντίον των συνανθρώπων τους για να επιτύχουν τους πατερναλιστικούς στόχους τους. Δηλαδή, πιστεύουν ότι είναι ηθικό να χρησιμοποιεί το κράτος τις εξαναγκαστικές του δυνάμεις για να αρπάξει το εισόδημα και τον πλούτο κάποιων, για να τα δώσει σε κάποιους άλλους.

Εάν ένας αθώος πολίτης αντισταθεί στην αρπαγή του εισοδήματός του ή της περιουσίας του, οι πατερναλιστές πιστεύουν ξεκάθαρα ότι το κράτος έχει το δικαίωμα να τον τσακίσει (η κρατική αστυνομία έχει τη νόμιμη εξουσία να χρησιμοποιήσει βία ενάντια σε όσους αντισταθούν υπό συγκεκριμένες συνθήκες), έτσι ώστε κάποιος άλλος να μπορεί να παίρνει τα δεκάδες επιδόματα που «δικαιούται» να λαμβάνει υγειονομική περίθαλψη «δωρεάν για όλους» ή «δωρεάν εκπαίδευση για όλους» ή ΕΣΠΑ ή γεωργικές επιδοτήσεις ή… (η λίστα είναι κυριολεκτικά ατελείωτη).

Τα επιδοτούμενα από το κράτος ΜΜΕ και η κρατική εξαναγκαστική εκπαίδευση, φροντίζουν με 24αωρη προπαγάνδα να διάγουν ως πιστοί και φιλότιμοι απολογητές του κράτους, παρουσιάζοντας τους έντιμους παραγωγούς και φοροφυγάδες ως κακοποιούς και τους πραγματικούς κακοποιούς – τους εαυτούς τους και το κράτος – ως «κοινωνικούς λειτουργούς» και οσίους αγγέλους.

Μεροληψία, ειδικά συμφέροντα και πλιάτσικο

Δεύτερον, πολλοί οικονομολόγοι, όπως ο βραβευμένος με Νόμπελ James Buchanan, έχουν καταδείξει ότι ο κρατικός παρεμβατισμός και η αναδιανομή δεν έχουν να κάνουν με κάποιου είδους «ανώτερη νοημοσύνη» ή «υψηλό αίσθημα ευθύνης» για την παροχή υποτιθέμενων «δημοσίων αγαθών» ή για το «γενικό καλό». Στις δημοκρατίες οι πολιτικοί θέλουν την εξουσία και χρειάζονται ψήφους για την εκλογή ή την επανεκλογή τους και για να το καταφέρουν μοιράζουν τα λεφτά των άλλων. Όσοι συνεισφέρουν στις πολιτικές εκστρατείες καθώς και πολλοί συνειδητοποιημένοι ψηφοφόροι, θέλουν τα λεφτά των άλλων, διότι είναι ανίκανοι να τα κερδίσουν έντιμα μέσω του ελεύθερου και ανοιχτού ανταγωνισμού στην αγορά.

Η μεροληψία στη δημοκρατική διαδικασία, στη διαδρομή προς το πλιάτσικο, συντελείται με τη μέθοδο του «συγκεντρωτισμού των προνομίων και της διασποράς των βαρών» μέσω διαφόρων κυβερνητικών παρεμβάσεων. Ας υποθέσουμε ότι σε μια χώρα 10 εκατομμυρίων ανθρώπων, η κυβέρνηση φορολογεί κάθε πολίτη με 3 ευρώ και στη συνέχεια ανακατανέμει τα 30 εκατομμύρια ευρώ σε μια ομάδα ειδικών συμφερόντων 30 ατόμων. Κάθε φορολογούμενος θα έχει χάσει τρία ευρώ, ενώ κάθε ένας από τους 30 αποδέκτες αυτών των χρημάτων θα έχει κερδίσει 1 εκατομμύριο ευρώ.

Οι 30 παραλήπτες των χρημάτων, θα έχουν συλλογικά ισχυρό κίνητρο να ασκήσουν πίεση, να επηρεάσουν και ακόμη και να πουλήσουν τις ψήφους τους στους πολιτικούς που μπορούν να θεσπίσουν αυτήν την αναδιανεμητική νομοθεσία. Από την άλλη πλευρά, κάθε μεμονωμένος φορολογούμενος θα έχει ελάχιστα κίνητρα να χάσει το χρόνο του για να αντιδράσει απλώς για να εξοικονομήσει 3 ευρώ τα οποία, τελικά, καταλήγουν στη συγκεντρωτική ομάδα ειδικών συμφερόντων.

Αυτή η πρακτική, με την πάροδο του χρόνου, έχει δημιουργήσει μια στρατιά εξαρτημένων από το κράτος που αγγίζει το 67% των Ελλήνων – μια μορφή ιδρυματισμού. Ο συγκεντρωτισμός αφορά πλέον την πλειοψηφία των Ελλήνων ψηφοφόρων με την μειοψηφία να πληρώνει δυσθεώρητα ποσά μέσω της φορολογικής διασποράς.

Έτσι, η σύγχρονη δημοκρατία έχει εκφυλιστεί σε ένα σύστημα πολιτικού πλιάτσικου και ειδικών συμφερόντων εις βάρος των καταναλωτών, των φορολογουμένων και των ανταγωνιστών παραγωγών στην κοινωνία.

Ο μύθος της «κοινωνικής δικαιοσύνης»

Τρίτον, όπως επισήμανε πειστικά ένας άλλος κάτοχος του βραβείου νόμπελ, ο Friedrich A. Hayek, ακόμη και αν υποθέσουμε ότι οι πολιτικοί πατερναλιστές έχουν τα πιο καλοπροαίρετα κίνητρα, δεν υπάρχει ουσιαστικό νόημα σε φράσεις όπως «κοινωνική δικαιοσύνη». Η αγορά δεν επιβραβεύει κάποια υποθετική έννοια της «αξίας» ή της «καλοσύνης». Η αγορά ανταμείβει την «εξυπηρέτηση», δηλαδή, τη δυνατότητα ενός ατόμου να προσφέρει κάποιο εξειδικευμένο προϊόν στο σύστημα της αγοράς και του καταμερισμού της εργασίας, το οποίο εκτιμάται από τους άλλους ανθρώπους που είναι πρόθυμοι να πληρώσουν μια συγκεκριμένη τιμή για να το αποκτήσουν.

Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει αντικειμενική μέτρηση της «πραγματικής αξίας» ή των «προσόντων» ή της «ανάγκης» ενός ατόμου και συνεπώς δεν μπορεί να υπάρξει αμερόληπτος τρόπος με τον οποίο το κράτος μπορεί να παραχωρήσει σε κάθε μέλος της κοινωνίας ένα τμήμα του πλούτου που θα αντικατοπτρίζει το «κοινωνικά δίκαιο» ποσό που του αξίζει.

Εάν το κράτος – δηλαδή κάποιοι μεμονωμένοι πολιτικοί και γραφειοκράτες που χειρίζονται τους μηχανισμούς ελέγχου αυτών των θεμάτων στην κυβέρνηση – επιχειρήσει μια τέτοια «κοινωνικά δίκαιη» ανακατανομή, δεν μπορεί να αποφύγει την αδιακρισία, την αυθαιρεσία και τη διαφθορά, διότι κάθε ομάδα ανθρώπων ελπίζει να αποκομίσει το μεγαλύτερο «δίκαιό μερίδιο» μέσω άσκησης πιέσεων και διαπλοκής με αυτούς που μοιράζουν τα λεφτά των άλλων.

Ως εκ τούτου, είναι πολύ καλύτερο να αφήσουμε τέτοια θέματα στην ιδιωτική φιλανθρωπία μεμονωμένων ατόμων και εθελοντικών οργανισμών, οι οποίοι χρησιμοποιώντας τα δικά τους χρήματα και καθοδηγούμενοι από τα δικά τους πρότυπα αλληλεγγύης, θα δράσουν βασισμένοι στη δική τους αξιολόγηση σχετικά με το ποιος δικαιούται ή όχι φιλανθρωπική στήριξη.

Επιπλέον, η ιδιωτική φιλανθρωπία, ακριβώς επειδή βασίζεται σε εθελοντικές συνεισφορές, είναι πολύ πιο αποτελεσματική στα καθήκοντά της από ο,τι είναι το καταναγκαστικό, μονοπωλιακό κοινωνικό κράτος. Αυτό προκύπτει λογικά, διότι τα ιδιωτικά φιλανθρωπικά ιδρύματα πρέπει να αποδείξουν στους εθελοντές χρηματοδότες-υποστηρικτές τους, ότι τα χρήματα τους δαπανώνται αποτελεσματικά. Διαφορετικά, η υποστήριξή θα μειωθεί με την πάροδο του χρόνου καθώς θα υπάρχει ανταγωνισμός από άλλες φιλανθρωπικές οργανώσεις και θα υπάρχουν διαφορετικές διαθέσιμες επιλογές για το πως θα διαχειριστούν τα δικά τους χρήματα οι χορηγοί.

Διεστραμμένα κίνητρα μέσω ενθάρρυνσης ηθικών κινδύνων

Τέταρτον, το παρεμβατικό κοινωνικό κράτος παράγει με την πάροδο του χρόνου διεστραμμένα κίνητρα και συμπεριφορές μεταξύ των μελών της κοινωνίας. Οι οικονομολόγοι αποκαλούν αυτό το φαινόμενο «ηθικό κίνδυνο» (moral hazard). Αν το κόστος που προέκυψε από τα λάθη και την κακή κρίση ενός ατόμου, καταβάλλεται και επιδοτείται από άλλους ανθρώπους, τότε ο άνθρωπος που έκανε αυτά τα λάθη δεν έχει κίνητρο να μάθει από τα λάθη του και να ενεργήσει πιο προσεκτικά και με σύνεση στο μέλλον. Έτσι, αυτά τα άτομα έχουν ισχυρό κίνητρο να δράσουν και πάλι απερίσκεπτα αύριο. Επιπλέον, στέλνεται μήνυμα και σε άλλους ανθρώπους ότι και αυτοί μπορούν να ενεργούν με τους ίδιους ανεύθυνους τρόπους, καθώς το κόστος των σφαλμάτων τους θα πληρωθεί από κάποιον άλλον – τον φορολογούμενο.

Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στις ΗΠΑ, στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, μεγάλες επιχειρήσεις «too big to fail», αποτυχημένοι κρατικοί οργανισμοί, ΔΕΚΟ και υπηρεσίες, αλλά και οι ίδιες οι Ελληνικές κυβερνήσεις, ανήκουν σε αυτές τις κατηγορίες ανεύθυνων διασωθέντων με τα λεφτά των συνεπών, συνετών και έντιμων παραγωγών και αποταμιευτών.

Εάν οι άνθρωποι αναμένουν από το κράτος να σχεδιάσει το γήρας τους, να παρέχει υγειονομική περίθαλψη, να επιβλέπει την εκπαίδευση ή τη φύλαξη των παιδιών τους, να τους εγγυάται μια θεσούλα στο δημόσιο, έναν «δίκαιο» κατώτατο μισθό, διάφορα και αμέτρητα επιδόματα, να παρακολουθεί τι τρώνε, τι πίνουν, τι καπνίζουν, τι παρακολουθούν, τι λένε και τι διαβάζουν και να καλύπτει τις ζημίες που προέκυψαν από τις εσφαλμένες δικές τους αποφάσεις, τότε αυτά τα άτομα ούτε θα μάθουν ποτέ από τα λάθη τους ούτε θα παρακινηθούν να είναι περισσότερο υπεύθυνα και οργανωτικά όσον αφορά αυτές και άλλες συναφείς υποθέσεις της καθημερινής ζωής. Αυτό δημιουργεί μια αρρωστημένη και αντιπαραγωγική κοινωνία μακροπρόθεσμα.

Κρατικό χρέος και ελλείμματα

Πέμπτον, ένα διευρυνόμενο και ολοένα και πιο παρεμβατικό κοινωνικό κράτος, δημιουργεί αυξανόμενες οικονομικές απαιτήσεις εκ μέρους των ρυθμιστικών και αναδιανεμητικών κρατικών και κρατικοδίαιτων όχλων. Η σύγχρονη δημοκρατική κοινωνία βυθίστηκε σταδιακά σε όλο και περισσότερες ελλειμματικές δαπάνες και αυξανόμενο δημόσιο χρέος. Η χρεοκοπία του 2009 ήρθε να το επιβεβαιώσει εμφατικά και οδυνηρά αυτό στην Ελλάδα.

Το δημόσιο χρέος είναι εμπράγματο δικαίωμα επί του μελλοντικού εισοδήματος ή της περιουσίας των πολιτών, καθώς το κεφάλαιο και οι τόκοι πρέπει να εξοφληθούν σε κάποιο σημείο όταν ωριμάσουν τα κρατικά χρεόγραφα. Έτσι, μάθαμε από πρώτο χέρι πως τα μεγαλειώδη ελλείμματα των περασμένων δεκαετιών, μεταφράστηκαν σε μεγαλειώδεις φόρους και δυσβάστακτες κανονιστικές ρυθμίσεις, που κατέστρεψαν ανθρώπους, οικογένειες και επιχειρήσεις, ενώ βύθισαν την Ελλάδα στον πάτο της οικονομικής ελευθερίας στους σχετικούς δείκτες.

Αλλά πρέπει επίσης να θυμόμαστε ότι δεν πληρώνουμε αυτές τις ελλειμματικές δαπάνες μόνο μέσω μελλοντικών φόρων. Κάθε ευρώ που δανείστηκε το κράτος, εξαφάνισε και ένα ευρώ το οποίο, διαφορετικά, θα ήταν διαθέσιμο για επενδύσεις και δαπάνες του ιδιωτικού τομέα. Οι πόροι της κοινωνίας είναι πεπερασμένοι. Αυτοί οι σπάνιοι πόροι χρησιμοποιούνται είτε από ιδιώτες στον ιδιωτικό τομέα είτε από πολιτικούς. Δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ταυτόχρονα και από τους δυο αυτούς δυνητικούς χρήστες.

Έτσι, κάθε ευρώ που δανείζεται το κράτος (και οι πραγματικοί πόροι που αντιπροσωπεύει η αγοραστική δύναμη του ευρώ στην αγορά), είναι ένα ευρώ που δεν θα χρησιμοποιηθεί, για παράδειγμα, για τον σχηματισμό κεφαλαίου, για τεχνολογική καινοτομία ή για βελτιώσεις στις εργασιακές δεξιότητες του ιδιωτικού τομέα, ώστε να μπορέσουν οι εργαζόμενοι να αποκτήσουν υψηλότερους μισθούς στο μέλλον.

Αντίθετα, αυτό το ευρώ (και οι πραγματικοί πόροι που αντιπροσωπεύει) χρησιμοποιείται από το κράτος για την τρέχουσα κατανάλωση: μισθούς δημοσίων υπαλλήλων, επιδόματα και κοινωνικά μερίσματα, επιδοτήσεις σε εφημερίδες, διορισμούς «αρίστων» και «άξιων» στο δημόσιο, εργολαβίες σε κολλητούς, επιτροπές και εθνικά συμβούλια με κάθε πιθανή και απίθανη αιτιολόγηση…. (η λίστα είναι κυριολεκτικά ατελείωτη).

Ως αποτέλεσμα, είμαστε πολύ φτωχότεροι ως κοινωνία, λόγω του ότι αυτοί οι πόροι χρησιμοποιήθηκαν και χρησιμοποιούνται για την τρέχουσα κρατική κατανάλωση παρά για τον σχηματισμό κεφαλαίου από κερδοσκοπικές ιδιωτικές επιχειρήσεις σε μια πιο ελεύθερη αγορά, με προσανατολισμό σε μελλοντικά υψηλότερο και καλύτερο βιωτικό επίπεδο.

Επίλογος – ο νέος δρόμος προς τη δουλεία

Όλοι αυτοί οι παράγοντες και άλλοι που θα μπορούσαν να αναφερθούν, δείχνουν τους κινδύνους του πολιτικού πατερναλισμού και της βουλιμίας για εξουσία. Το παρεμβατικό κοινωνικό κράτος μας έχει οδηγήσει σε έναν επικίνδυνο νέο «δρόμο προς τη δουλεία», όπου η ζωή μας ελέγχεται, διαχειρίζεται και χειραγωγείται όλο και περισσότερο από ανθρώπους με πολιτική εξουσία που διεκδικούν το δικαίωμα να υπαγορεύουν το πώς πρέπει να ζούμε και να εργαζόμαστε.

Ενσταλάζει μια διεστραμμένη ανηθικότητα όπου η πολιτική ισχύς συνεχίζει να διεκδικεί την εξουσία να μας στερεί τα ατομικά μας δικαιώματα στη ζωή, την ελευθερία και την έντιμα αποκτώμενη ιδιοκτησία μας. Το παρεμβατικό κοινωνικό κράτος δημιουργεί μια νέα φεουδαρχία με πολιτικές ελίτ και ομάδες ειδικών συμφερόντων που έχουν τον ρόλο των «αρχόντων» που κυριαρχούν και καταστρέφουν τους υπόλοιπους, τους σύγχρονους δουλοπάροικους. Η νέα γενιά σκλάβων, χρησιμοποιείται δρώντας υπό ασφυκτικές κανονιστικές ρυθμίσεις, επαχθείς φόρους και αφόρητους κοινωνικούς ελέγχους στο όνομα της «πολιτικής ορθότητας» της «εθνικής ταυτότητας» των «ευρωπαϊκών ιδεών» ή της «κοινωνικής δικαιοσύνης», ανάλογα με την πολιτική σέχτα που βρίσκεται στην εξουσία και τα ιδεώδη που αυτή εκφράζει.

Όλοι εμείς που προτιμούμε να είμαστε ελεύθεροι άνθρωποι σε μια ελεύθερη κοινωνία με μια ελεύθερη αγορά, πρέπει να κάνουμε ο,τι είναι δυνατόν χρησιμοποιώντας την πνευματική μας δύναμη ώστε να σταματήσουμε και να αντιστρέψουμε αυτή την αντιδραστική αντεπανάσταση ενάντια στο ιδανικό της ανθρώπινης ελευθερίας. Πρέπει να απομονώσουμε τους κακόβουλους και διεφθαρμένους ανθρώπους, να τους καταγγέλλουμε καθημερινά και να τους απαξιώσουμε. Διαφορετικά, ο πολιτισμός μας μπορεί να οδηγηθεί σε παταγώδη κατάρρευση, εξασφαλίζοντας τυραννία και φτώχεια στις επόμενες γενιές.

 

***

Ο Ευθύμης Μαραμής είναι αναρχοκαπιταλιστής, ιδρυτής της ιστοσελίδας «Ελεύθερη Αγορά – Austrian Economics, μελετητής της Αυστριακής Σχολής οικονομικών στην παράδοση του Ludwig von Mises και της αναρχοκαπιταλιστικής θεωρίας στην παράδοση των Murray Rothbard και Hans Hermann-Hoppe.

Βρίσκετε ενδιαφέροντα τα άρθρα στην «Ελεύθερη Αγορά»; Εκτιμάτε την προσπάθεια μας; Κάντε τώρα μια δωρεά 5 ευρώ και ενισχύστε μας.