Στις υγειονομικές κρίσεις, τα κράτη και οι γραφειοκρατίες ενδιαφέρονται κυρίως να προστατέψουν την υστεροφημία τους.
Πρώτη δημοσίευση: 23/3/2020
Του Tomas Forgac
Απόδοση στα Ελληνικά: Νίκος Μαρής
Εισαγωγή
Παρόλο που μας λένε ότι οι ισχυρές κυβερνήσεις βρίσκονται σε πλεονεκτικότερη θέση για να αναλάβουν δράση κατά των πανδημιών, από την αρχή της επιδημίας του SARS-CoV-2, αυτά τα καθεστώτα απέτυχαν επανειλημμένα να δράσουν έγκαιρα, έκρυψαν την αλήθεια, και ήταν απασχολημένα με το να προστατεύουν την υστεροφημία τους.
Τα ισχυρά κράτη έκαναν τα πράγματα χειρότερα
Ο ιός COVID-19 προέρχεται από την Κίνα, ένα από τα πιο ισχυρά και πιο συγκεντρωτικά κράτη του κόσμου. Οι πρώτες εβδομάδες της κλιμάκωσης του ήταν γεμάτες συγκρούσεις μεταξύ των ντόπιων, που έβλεπαν τη σοβαρότητα του COVID-19 επί τόπου, και της έδρας της εξουσίας χιλιάδες χιλιομέτρων μακριά [στο Πεκίνο]. Θυμίζοντας την αντίδραση του Σοβιετικού καθεστώτος στο Τσερνομπίλ, η συμπεριφορά των γραφειοκρατών απλά επιβεβαίωσε ότι τα ολοκληρωτικά καθεστώτα δημιουργούν κίνητρα για να κρύβονται αντί να επιλύουν προβλήματα, ώστε να ικανοποιούν όσους βρίσκονται στις υψηλότερες βαθμίδες εξουσίας.
Η Δύση δεν παρουσιάζει κάποια ιδιαιτέρως όμορφη εικόνα αυτές τις μέρες.
Στην Ιταλία, για παράδειγμα, το κρατικοποιημένο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, απροετοίμαστο να αντιδράσει σε πιθανό σοκ αύξησης της ζήτησης, κατέρρευσε κάτω από την πίεση μιας τεράστιας αιχμής σοβαρών περιστατικών που προκλήθηκαν από τον ιό. Οι κρατικές και ομοσπονδιακές υπηρεσίες πρόληψης ασθενειών υποτίμησαν τις πιθανές επιπτώσεις.
Οι άνθρωποι που έχουν συνηθίσει να τους φροντίζουν παντογνώστες γραφειοκράτες, δεν ακούν τις προειδοποιήσεις εκείνων που είδαν έγκαιρα τα δυσοίωνα σημάδια. Οι πολιτικοί πήγαν από το ένα άκρο, δηλαδή από το να αρνούνται την απειλή ή ακόμα και να την χλευάζουν ανοιχτά, στο άλλο άκρο, επιβάλλοντας περιορισμούς στην αγορά και περιορίζοντας τα βασικά μας ανθρώπινα δικαιώματα, καθιστώντας έτσι τις συνέπειες πολύ χειρότερες.
Στη Σιγκαπούρη και την Τσεχική Δημοκρατία, το κράτος παρενέβη ενάντια στη «αισχροκέρδεια», οδηγώντας την προσφορά ιατρικών μασκών σχεδόν στο μηδέν. Στην Τσεχία μάλιστα, το κράτος διαχειριζόταν κεντρικά την υπόλοιπη προσφορά με τέτοιο τρόπο ώστε οι διανομείς προμηθειών έπρεπε να εξυπηρετούν κατά προτεραιότητα τους γραφειοκράτες εις βάρος του κοινού.
Εν τω μεταξύ, στη Σλοβακία, το κράτος απειλούσε να τιμωρήσει οποιονδήποτε διέχεε «παραπληροφόρηση», όταν ήταν απολύτως σαφές ότι το ίδιο το κράτος δεν γνώριζε σχεδόν τίποτα για το πόσα κρούσματα υπήρχαν πραγματικά.
Τα κρατικά συστήματα εκπαίδευσης δεν μπόρεσαν να αντιδράσουν και οι γονείς εξαγριώθηκαν με τους γραφειοκράτες, που τους ανάγκασαν να στείλουν τα παιδιά τους σε ένα δυνητικά μολυσματικό περιβάλλον.
Τέλος, οι κεντρικές τράπεζες του κόσμου, που είχαν ήδη καταστήσει την παγκόσμια οικονομία πιο εύθραυστη υποστηρίζοντας πολυάριθμες και τεράστιες φούσκες κακοδιαχείρισης, κάνουν τώρα τα πράγματα χειρότερα.
Η ανταπόκριση του ιδιωτικού τομέα
Σε αντίθεση με αυτά τα παραδείγματα, ο ιδιωτικός τομέας προσέφερε ποικίλες και εξαιρετικά σημαντικές υπηρεσίες. Από νωρίς, οι ιδιωτικές εταιρείες συνέστησαν την διεύρυνση των πλάνων τηλε-εργασίας, περιόρισαν τα ταξίδια, επέβαλαν αυτο-περιορισμούς σε επίφοβους για μόλυνση υπαλλήλους, και τοποθέτησαν υπέρυθρες κάμερες στις εγκαταστάσεις τους. Στις ΗΠΑ, επειδή οι κρατικές υπηρεσίες πάσχουν από σοβαρή κακοδιαχείριση, οι υπεύθυνοι χρειάστηκε να στηριχθούν σε μεγάλο βαθμό στη συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα για τη διαχείριση της κατάστασης.
Ένα εντελώς ιδιωτικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης θα ενθάρρυνε τους ασφαλιστικούς φορείς να αντιμετωπίσουν την κρίση άμεσα, ωστε να αποτρέψουν μαζικές ζημίες στους τελικούς τους ισολογισμούς αργότερα. Χωρίς ρυθμιστές, η φαρμακευτική βιομηχανία θα είχε σπεύσει να παράσχει θεραπευτικά μέσα και εμβόλια στην αγορά, και οι άνθρωποι σε συνεργασία με τους γιατρούς και τους ασφαλιστικούς τους φορείς θα είχαν τη δυνατότητα να αποφασίσουν πόσο ρίσκο είναι πρόθυμοι να αναλάβουν δοκιμάζοντας πειραματικά μέσα πρόληψης ή θεραπείας. Ωστόσο, οι κυβερνητικοί περιορισμοί εμπόδισαν την ευρεία χρήση και παραγωγή τεστ ανίχνευσης του ιού.
Οι αποκεντρωμένες, τοπικά εστιασμένες λύσεις είναι οι καλύτερες
Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος σκληροπυρηνικός φιλελεύθερος για να διαπιστώσει ότι διατηρώντας την εξουσία λήψης αποφάσεων και τους οικονομικους πόρους όσο το δυνατόν πιο κοντά στους ψηφοφόρους, γίνεται πολύ πιο δύσκολο για τους κυβερνήτες να κρυφτούν και, αντιθετως, καθίσταται πιο εφικτό να αντιδράσουν πολύ πιο γρήγορα με βάση την τοπική πληροφόρηση. Στην Ελβετία, για παράδειγμα, το καντόνι του Ticino εισήγαγε τα δικά του μέτρα προτού καν η Ελβετική ομοσπονδιακή κυβέρνηση να αρχίσει να συζητά σοβαρά για την κατάσταση.
Το χειρότερο πιθανό σενάριο δεν είναι μόνο η συνέχιση της εξάπλωσης του ιού και η κατάρρευση των συστημάτων υγειονομικής περίθαλψης σε περισσότερες περιοχές, αλλά ότι οι δρακόντιοι περιορισμοί της ελευθερίας, που θα ήταν αδύνατοι σε μικρότερες ή τελείως ελεύθερες κοινωνίες, θα παραμείνουν για μήνες ή χρόνια και θα έχουν μαζικές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία. Δεδομένου ότι η ευημερία είναι ο μόνος τρόπος για να αυξηθεί το προσδόκιμο ζωής και να βελτιωθεί η υγεία του ανθρώπου, τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ακόμη υψηλότερο αριθμό θανάτων από τους θανάτους εξαιτίας του ίδιου του ιού. Δυστυχώς, οι επιπτώσεις αυτές είναι αδύνατον να υπολογιστούν και, ως εκ τούτου, τα μέτρα αυτά θα είναι πολύ πιο δύσκολο να αποκλιμακωθούν. Θυμηθείτε, τίποτα δεν διαρκεί περισσότερο από ένα «προσωρινό» κυβερνητικό πρόγραμμα, και οι διψασμένοι για εξουσία πολιτικοί ποτέ δεν αφήνουν μια καλή κρίση να πάει χαμένη.
Ωστόσο, είναι ασφαλές να υποθέσουμε ότι σε πιο μικρές και αποκεντρωμένες κοινωνίες τα μέτρα αυτά θα ανακληθούν πολύ σύντομα μόλις περάσει η κρίση, επειδή οι πιέσεις από τον λαό θα είναι εντονότερες και τα κίνητρα για πολιτική «επιδειξιομανία» θα είναι πολύ μικρότερα από ό,τι στα μεγάλα, υπερβολικά συγκεντρωτικά κράτη.
***
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Ιστοσελίδα του Ινστιτούτου Ludwig von Mises