Η ελάχιστη φορολόγηση, προϋποθέτει μια περίοδο ελαχιστοποίησης των κοινωνικών παροχών εκ μέρους του κράτους, μέχρι να επανακαθοριστεί και να επανεκκινήσει η οικονομία.
Του Ευθύμη Μαραμή
Οι περισσότεροι οικονομικοί αναλυτές είναι της άποψης ότι ο βασικός παράγοντας του Ελληνικού προβλήματος είναι το υψηλό κυβερνητικό χρέος.
Αλλά δεν είναι μόνο το χρέος, καθ’ αυτό, που ευθύνεται για την τρέχουσα κρίση στην Ελλάδα. Οι υψηλότατες κυβερνητικές δαπάνες και η έντονη αύξηση στην προσφορά χρήματος, αγνοούνται στις περισσότερες αναλύσεις που αφορούν την Ελληνική κρίση.
Από τις αρχές του 2000, η τάση στην αναπτυξιακή δυναμική των κυβερνητικών δαπανών κινούταν παράλληλα με τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ, κλείνοντας στο 45,5% τον Μάρτιο του 2009.

Από τότε, η τάση στον ρυθμό ανάπτυξης των κυβερνητικών δαπανών, μειώνεται σε σχέση με τον ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ, αν και ως ποσοστό του ΑΕΠ οι κυβερνητικές δαπάνες παραμένουν πολύ υψηλές.

Η προσφορά χρήματος στην Ελλάδα, ανήλθε στο υψηλό των 26 δισεκατομμυρίων ευρώ τον Δεκέμβριο του 2009, ενώ τον Σεπτέμβριο του 2017 βρισκόταν στα 16,5 δισεκατομμύρια.

Οι χαλαρές δημοσιονομικές και νομισματικές πολιτικές έχουν υπονομεύσει διαχρονικά την Ελληνική οικονομία και είχαν ως συνέπεια την δημιουργία διαφόρων μη παραγωγικών δραστηριοτήτων. Επιπλέον, ο καταμερισμός της εργασίας, με αποκλειστική ευθύνη του κρατικού συστήματος εκπαίδευσης και των σχετικών επιδοτήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι εξαιρετικά ασύμβατος με την Ελληνική αγορά. Το εύκολο χρήμα, η «δωρεάν» κρατική παιδεία και οι επιδοτήσεις, παρέχουν κίνητρα για επιπόλαιες επιλογές, οι οποίες δεν συνεπάγονται κόστος.
Έχουμε επισημάνει ξανά, πως στον πυρήνα της Ελληνικής οικονομικής κρίσης, σύμφωνα με την Αυστριακή οικονομική θεωρία, δεσπόζουν οι κυβερνητικές σπατάλες και η κολοσσιαία νομισματική επέκταση. Πρόκειται κυρίως για αποτελέσματα που προέκυψαν, αφενός, λόγω των πολιτικών σύγκλισης της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το 1983. Αφετέρου, λόγω της στρέβλωσης των επιτοκίων και των χαλαρών νομισματικών πολιτικών της τραπέζης της Ελλάδος στα 90s και, κυρίως, της Ε.Κ.Τ. απο το 2000 κι έπειτα. Η χώρα έχει σπαταλήσει πολύτιμα παραγωγικά κεφάλαια λόγω αυτών των πολιτικών.
Το εύκολο χρήμα αποδυναμώνει την διαδικασία παραγωγής πλούτου
Η πτώση της δυναμικής της ανάπτυξης, τόσο των κυβερνητικών δαπανών, όσο και της προσφοράς χρήματος, αποτελούν καλές ειδήσεις για τη διαδικασία παραγωγής πλούτου.
Με άλλα λόγια, η μείωση της δυναμικής της ανάπτυξης των κυβερνητικών δαπανών και της προσφοράς χρήματος (βλέπε γραφήματα) συνέβαλε στην μετατόπιση του πλούτου από μη παραγωγικές δραστηριότητες, σε δραστηριότητες που παράγουν και αναπαράγουν πλούτο.
Μεγάλο μέρος της σημερινής κατάστασης, οφείλεται στο ότι οι μη παραγωγικές δραστηριότητες, δυσκολεύονται εξαιρετικά να αποσπάσουν πλούτο από δραστηριότητες που παράγουν αυτόν τον πλούτο. Αυτό οφείλεται στην όποια μείωση, τόσο των κρατικών δαπανών, όσο και του ρυθμού αύξησης της προσφοράς χρήματος.
Από αυτή την άποψη, αυτό είναι καλό για την ελληνική οικονομία. Αυτό που χρειάζεται τώρα, είναι η περαιτέρω μείωση των κυβερνητικών δαπανών και η συνέχιση της πτώσης στην προσφορά χρήματος, κάτι το οποίο δυστυχώς δεν συμβαίνει.
Η διαδικασία δημιουργίας πλούτου της Ελλάδας υπέστη σοβαρές ζημιές εξαιτίας των προηγούμενων χαλαρών δημοσιονομικών και νομισματικών πολιτικών. Η επιστροφή σε χαλαρές δημοσιονομικές και νομισματικές πολιτικές, όπως αξιώνεται από οικονομολόγους, όπως ο βραβευμένος με Νόμπελ Joseph Stiglitz, καθώς και από άλλους κοινότοπους Έλληνες κρατιστές, πρόκειται να κάνει τα πράγματα πολύ χειρότερα.
Θα πρέπει να θυμόμαστε πάντα, πως ούτε οι περισσότερες κυβερνητικές δαπάνες, ούτε η αυξημένη χρηματική προσφορά μπορούν να δημιουργήσουν πραγματικό πλούτο. Μόνο η ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα παραγωγής πλούτου μπορεί να το κάνει αυτό.
Το Ελληνικό πρόβλημα σε ένα πίνακα
Στον ακόλουθο πίνακα που επιλέξαμε, παρουσιάζονται κάποια πολύ ενδιαφέροντα και ενδεικτικά στοιχεία. Η μεγάλη πτώση των εισοδημάτων και η πτώση του ΑΕΠ, συμπίπτουν με την πολύ μεγάλη αύξηση στην φορολόγηση. Θα πρέπει να επισημάνουμε πως αν προστεθούν και οι έμμεσοι ειδικοί φόροι στον δείκτη του φόρου ατομικού εισοδήματος, η απόκλιση θα διευρυνθεί περισσότερο.

Παρατηρούμε πως στα μέσα του 2015 η απόκλιση μεγαλώνει και πάλι και φαίνεται να επιβεβαιώνεται η θεωρία του Ludwig von Mises, πως από κάποιο συντελεστή κι έπειτα, η φορολόγηση καταστρέφει την οικονομία της αγοράς. Συνέπεια αυτού είναι να μειωθούν και τα κυβερνητικά έσοδα.
Πολιτικά προβλήματα
Σε ένα περιβάλλον διαμορφωμένο μετά από 8 χρόνια συνεχιζόμενης οικονομικής ύφεσης, οι πιθανότητες ανάκαμψης της οικονομίας σε μια πιο σταθερή και βιώσιμη βάση, φαντάζουν, δυστυχώς, ελάχιστες. Το πρόβλημα της χώρας είναι πολιτικό και διατηρούμε σοβαρές επιφυλάξεις όσον αφορά τις πιθανότητες επίλυσης του.
Η χώρα διέπεται από σοσιαλιστική νοοτροπία, με ισχυρά παρεχόμενα κίνητρα για κρατική προστασία εις βάρος της παραγωγικότητας και της εργασίας. Σε πρόσφατο άρθρο μας παρουσιάσαμε πως το 67% των Ελλήνων, βασίζεται στην φορολόγηση των υπολοίπων.
Υπάρχει μόνο μια σωστή σειρά γεγονότων, ώστε να αυξηθεί η κοινωνική μέριμνα και να μειωθεί η φορολογία. Η σειρά αυτή προϋποθέτει την μείωση των φόρων, ώστε με την αυξανόμενη παραγωγική απόδοση, να αυξηθούν σταδιακά εξίσου τα έσοδα, τα οποία θα κατευθυνθούν σε αυτή την μέριμνα. Η περίπτωση ικανοποίησης των πάντων ταυτόχρονα, μέσω κυβερνητικών ελλειμμάτων, αποτελεί μία ακόμα περίπτωση κατά την οποία: Το κράτος δανείζεται, μειώνει την φορολόγηση και αυξάνει ταυτόχρονα τις κοινωνικές παροχές.
Αυτή η τελευταία περίπτωση που χρεοκόπησε τη χώρα και η οποία μεταθέτει τα κόστη της απερισκεψίας της στην επόμενη γενιά, είναι εκτός πλαισίου επιλογών. Ευτυχώς, για την Ελλάδα, αυτό υφίσταται λόγω αποκλεισμού του Ελληνικού κράτους από τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές.
Ωστόσο, η περίπτωση της σωστής σειράς των γεγονότων, είναι απαγορευτική από πολιτικής απόψεως. Η μείωση της φορολόγησης, προϋποθέτει μια περίοδο ελαχιστοποίησης των κοινωνικών παροχών εκ μέρους του κράτους, μέχρι να επανακαθοριστεί και να επανεκκινήσει η οικονομία. Οι πολιτικοί, έχοντας ελάχιστο ορίζοντα διακυβέρνησης, δεν είναι πρόθυμοι να αναλαμβάνουν αντιδημοφιλείς λύσεις που θα πλήξουν τους ψηφοφόρους. Ο μη παραγωγικός πληθυσμός, είτε λόγω γήρατος, είτε λόγω φυσικής ανικανότητας η ανεργίας/αεργίας, αυξάνεται διαρκώς.
Συνοψίζοντας
Αντί να συνεχίσουμε να υποστηρίζουμε τις δραστηριότητες καταστροφής του πλούτου και επομένως να καταστήσουμε τα πράγματα πολύ χειρότερα, ένας καλύτερος τρόπος είναι να επιτρέψουμε στους παραγωγούς πλούτου να επανακαθορίσουν τη διαδικασία δημιουργίας πλούτου. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αποκλειστεί κάθε αύξηση στην προσφορά χρήματος και η περικοπή των κυβερνητικών δαπανών να φτάσει ως το κόκαλο. Σημαίνει όμως, κυρίως, την ανάγκη δραστικής περικοπής της φορολόγησης.
Προφανώς, οι επιπτώσεις θα είναι επώδυνες για διάφορα άτομα που απασχολούνται σε δραστηριότητες που δεν δημιουργούν πλούτο. Όμως, αν αποτύχει η χώρα να περιορίσει τις μη παραγωγικές δραστηριότητες, η κατάσταση θα χειροτερέψει για όλους. Είναι αδιανόητο, για να αναφέρουμε μόνο ένα παράδειγμα, να εξακολουθεί ο ΟΑΕΔ να παρέχει επιδόματα «κοινωνικού τουρισμού», τη στιγμή που οι παραγωγοί πλούτου και οι ιδιοκτήτες βάλλονται από τα άγρια φορολογικά μέτρα. Δεν είναι δυνατόν να δημιουργηθεί πραγματικός πλούτος από το τίποτα, ενώ παράλληλα υπονομεύονται κατ΄αυτό τον τρόπο οι πραγματικοί παραγωγοί.
Εκτιμούμε, όμως, ότι το πολιτικό προσωπικό της χώρας, όσο ειδικά εξακολουθεί να χρηματοδοτείται από τις Βρυξέλλες, θα επιδιώξει τελικά την διαφύλαξη του σοσιαλιστικού πολιτικού συστήματος. Είναι μάλλον μάταιο να αναμένει κάποιος τον αυτοπεριορισμό ενός κράτους.
***
Πηγές γραφημάτων: Trading Economics
Βρίσκετε ενδιαφέροντα τα άρθρα στην «Ελεύθερη Αγορά»; Εκτιμάτε την προσπάθεια μας; Κάντε τώρα μια δωρεά 5 ευρώ και ενισχύστε μας.