Σε μια περιοχή όπου είναι απών ο κρατικός ανορθολογισμός και στην οποία τιμώνται οι θεσμοί της ιδιωτικής περιουσίας και του υγιούς χρήματος (ενός χρήματος που προκύπτει από την αγορά), όλα τα αγαθά και οι υπηρεσίες μπορούν να ανταλλαχθούν με συνεκτικό τρόπο στην ελεύθερη αγορά.
Του Eric Englund
Απόδοση: Μιχάλης Γκουντής και Ευθύμης Μαραμής
«Η αλήθεια είναι ότι το κράτος είναι μια συνωμοσία σχεδιασμένη όχι μόνο για να εκμεταλλευτεί, αλλά κυρίως για να διαφθείρει τους πολίτες του» – Leo Tolstoy
«Κανείς δεν είναι πιο απελπιστικά υποδουλωμένος από εκείνον που εσφαλμένα πιστεύει ότι είναι ελεύθερος» – Johann Wolfgang von Goethe
Το 1912 δημοσιεύτηκε το αριστούργημα του Ludwig von Mises The Theory of Money and Credit και μέχρι σήμερα, αυτό το βιβλίο δεν έλαβε την αναγνώριση που του άρμοζε. Αυτό είναι πραγματικά περίεργο. Εξάλλου, σε αυτό το βιβλίο, ο Mises αποκάλυψε το θεώρημά της αναδρομής, επιδεικνύοντας πως η αγοραστική δύναμη των εμπορευματικών χρημάτων, όπως ο χρυσός, εντοπίζεται πίσω στο χρόνο, στο σημείο όπου ο χρυσός δεν ήταν ακόμη μέσο ανταλλαγής. Επομένως, ο Mises εξάλειψε το αίνιγμα στο οποίο η εξήγηση οριακότητας-ωφέλειας της ζήτησης για χρήμα θα ήταν απλώς μια περίπτωση κυκλικής συλλογιστικής. Το χρήμα προέκυψε από τον αντιπραγματισμό και η λογική του είναι αδιαμφισβήτητη. Ο Mises έθεσε επίσης τα θεμέλια για την αυστριακή θεωρία του επιχειρηματικού κύκλου, ο οποίος σωστά συμπεραίνει ότι οι οικονομικοί κύκλοι άνθισης-αποτυχίας (boom bust cycles) προκαλούνται από την πληθωριστική τραπεζική πιστωτική επέκταση την οποία ενεργοποιούν οι κεντρικές τράπεζες και οι κυβερνήσεις τους. Ενώ έγραφε το Theory of Money and Credit, ο Mises επεξεργαζόταν το ζήτημα του οικονομικού υπολογισμού σε ένα σοσιαλιστικό κράτος. Σύμφωνα με τον Murray Rothbard:
Ο Mises γράφει ότι οδηγήθηκε να εξετάσει το πρόβλημα του σοσιαλιστικού υπολογισμού από το έργο του Theory of Money and Credit. Εδώ ο Mises συνειδητοποίησε για πρώτη φορά με οξεία σαφήνεια, ότι η χρηματική οικονομία δεν υπολογίζει και δεν μπορεί να υπολογίσει ή να μετρήσει άμεσα τις αξίες: Η χρηματική οικονομία υπολογίζει μόνο με τις χρηματικές τιμές, τα αποτελέσματα τέτοιων μεμονωμένων αξιολογήσεων. Ως εκ τούτου, ο Mises συνειδητοποίησε ότι μόνο μια αγορά με χρηματικές τιμές που βασίζεται στις αξιολογήσεις και τις ανταλλαγές ιδιωτών ιδιοκτητών, μπορεί να κατανείμει ορθολογικά τους πόρους, αφού δεν υπάρχει κανένας τρόπος με τον οποίο μια κυβέρνηση θα μπορούσε να υπολογίσει απευθείας τις αξίες. Ως εκ τούτου, για τον Mises, η πραγματεία του και το βιβλίο του για το σοσιαλισμό, αποτελούσαν αναπόσπαστο μέρος της εξέλιξης της διευρυμένης ενσωμάτωσης της μικροοικονομίας και της μακροοικονομίας, της άμεσης νομισματικής ανταλλαγής, που είχε ξεκινήσει αλλά δεν ολοκλήρωσε στο Theory of Money and Credit.1
Χωρίς την ιδιωτική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, ο οικονομικός υπολογισμός είναι αδύνατος. Σύμφωνα με τον Joseph T. Salerno, «ένας ανθρώπινος νους… θα ήταν εντελώς ανίκανος να καθορίσει το βέλτιστο πρότυπο κατανομής πόρων ή ακόμα και αν το έκανε, ένα συγκεκριμένο σχέδιο θα ήταν γελοιωδώς και καταστροφικά αντιοικονομικό».2 Βεβαίως, η κατάρρευση της ΕΣΣΔ κατέδειξε την εσφαλμένη επικρατούσα κατανομή των πόρων, καθώς και τον επιβλαβή, αντιοικονομικό χαρακτήρα του σοσιαλιστικού κράτους.
Ο Ludwig von Mises, αναμφισβήτητα, είχε δίκιο για τον εγγενή ανορθολογισμό του σοσιαλιστικού κράτους. Επειδή, όμως, ο Mises απρόθυμα πίστευε στην αναγκαιότητα του κράτους, δεν επέκτεινε την κριτική του στην ανορθολογική ουσία του ίδιου του κράτους – τελικά πίστευε ότι η κυβέρνηση ήταν απαραίτητη για την παροχή εθνικής άμυνας, δικαστηρίων, φυλακών και αστυνομικής προστασίας /ασφάλειας.3 Δεν είδε να αναπτύσσονται λύσεις ελεύθερης αγοράς αντί αυτών των κρατικά παρεχομένων υπηρεσιών.
Δεδομένης της φύσης όλων των κρατών, δεν είναι αλήθεια ότι οι κυβερνητικές οντότητες δεν είναι σε θέση να κατανείμουν ορθολογικά τους πόρους; Σε ένα σοσιαλιστικό κράτος, δεν μπορεί να προκύψει οικονομία λόγω της αδυναμίας οικονομικού υπολογισμού υπό τη συλλογική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, καθώς οι τιμές των παραγωγικών αγαθών δεν μπορούν να υλοποιηθούν. Λόγω του χαρακτήρα όλων των κρατών, ωστόσο, είναι αδύνατο για τους γραφειοκράτες διαχειριστές να κατανείμουν ορθολογικά τους πόρους, γεγονός που οφείλεται στην αδυναμία εφαρμογής δοκιμής κερδών και ζημιών στις επιχειρήσεις του κράτους. Αυτή η αδυναμία δημιουργείται επειδή τα έσοδα του κράτους δεν βασίζονται σε εθελοντικές ανταλλαγές στην αγορά αλλά στηρίζονται κυρίως στον εξαναγκασμό μέσω φορολογίας. Σε έναν κόσμο σπανιότητας, είναι λογικό ότι οι οντότητες που κατανέμουν εσφαλμένα τους πόρους και καταστρέφουν το κεφάλαιο είναι θεμελιωδώς ανορθολογικές και ανεπιθύμητες. Κάθε οντότητα που δημιουργείται με βάση τον εξαναγκασμό και την κλοπή και στη συνέχεια δεν είναι σε θέση να κατανείμει ορθολογικά τους πόρους υπό τον έλεγχό της, είναι εγκληματική εκ φύσεως και επιβλαβής για την ανθρωπότητα. Αυτή η οντότητα είναι το κράτος.
Το κράτος είναι αντικαπιταλιστικό
Το κεφάλαιο είναι πλούτος, υπό οποιαδήποτε μορφή και χρησιμοποιείται ή μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή πρόσθετου πλούτου. Τα αγροτεμάχια, οι σπόροι, τα εργαλεία, τα κτίρια και τα ζώα μεταφορών είναι παραδείγματα κεφαλαίου που προηγήθηκε της εμφάνισης του κράτους. Ακριβώς όπως υπήρξε μια μέρα που ο χρυσός αναδύθηκε ως χρήμα, υπήρξε μια μέρα, όπου γεννήθηκε το κράτος. Ωστόσο, είναι αξίωμα ότι το κεφάλαιο υπήρχε πριν από την εμφάνιση του κράτους. Όπως έγραψαν οι Linda και Morris Tannehill:
Ο πλούτος δεν υπάρχει στη φύση, αλλά πρέπει να δημιουργηθεί. Ο μόνος τρόπος δημιουργίας πλούτου είναι η παραγωγή αξίας και η ελεύθερη ανταλλαγή – η κατασκευή και το εμπόριο κάποιου επιθυμητού προϊόντος ή υπηρεσίας. Κάποιος μπορεί να αποκτήσει πλούτο άμεσα, με παραγωγική εργασία ή μπορεί να τον αποκτήσει έμμεσα, λεηλατώντας έναν παραγωγό, αλλά ο πλούτος πρέπει να δημιουργηθεί με παραγωγή για να υπάρξει εξ αρχής.4
Για να ικανοποιήσει ο άνθρωπος τις ανάγκες και τις επιθυμίες του, υπάρχουν τα οικονομικά μέσα και τα πολιτικά μέσα.5 Αντίστοιχα, «το κράτος είναι μια οργάνωση πολιτικών μέσων. Κανένα κράτος, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να υπάρξει μέχρι τα οικονομικά μέσα να έχουν δημιουργήσει έναν σαφή αριθμό αντικειμένων για την ικανοποίηση των αναγκών, τα οποία αντικείμενα μπορούν να αποσπαστούν ή να απαλλοτριωθούν με επιθετικές πράξεις ληστείας.»6 Κατά συνέπεια, το κράτος γεννήθηκε από τον εξαναγκασμό, την απαλλοτρίωση, την κλοπή και τη βία.
Ο πιο επιθετικός σφετεριστής του πλούτου είναι το σοσιαλιστικό κράτος. Υπό τον σοσιαλισμό, το κράτος αναλαμβάνει την ιδιοκτησία όλων των μέσων παραγωγής, συμπεριλαμβανομένης της γης. Πριν από την εμφάνιση του σοσιαλιστικού κράτους, για παράδειγμα στην ΕΣΣΔ, μεγάλο μέρος των μέσων παραγωγής και της γης ανήκαν σε ιδιώτες. Κατά τη συγκρότηση της ΕΣΣΔ, όλα τα μέσα παραγωγής και τα εδάφη κολεκτιβοποιήθηκαν και, ως εκ τούτου, τέθηκαν υπό τον έλεγχο των κεντρικών σχεδιαστών της Σοβιετικής Ένωσης. Ένας ακριβέστερος τρόπος για να περιγράψουμε αυτή τη διαδικασία κολεκτιβοποίησης, είναι να την ονομάσουμε ως αυτό που πραγματικά είναι: Κρατικά πατροναρισμένος εξαναγκασμός και κλοπή στη μεγαλύτερη κλίμακα που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα.
Μετά από 74 χρόνια ύπαρξης, η Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε, εκθέτοντας έτσι την καταστροφή που προκάλεσε ο σοσιαλισμός, στους πόρους και στο κεφάλαιό των ανθρώπων της. «Καθώς η Σοβιετική Ένωση έφτασε στο τέλος της, ο λαός είχε υποβαθμιστεί σε μια κολεκτίβα τροφοσυλλεκτών κυνηγών, που μόλις και υφίστατο σε επίπεδα οριακής επιβίωσης».7 Το ολοκληρωτικό κράτος, όπως αυτό του παραδείγματος της Σοβιετικής Ένωσης, οδήγησε στη πλήρη εξαθλίωση τον λαό της – για να μην αναφέρουμε ότι δολοφόνησε περίπου 20 εκατομμύρια πολίτες της.8
Παρόλο που τα κράτη κλέβουν ανοιχτά την ιδιοκτησία, υπάρχουν διάφοροι βαθμοί «αναγνώρισης» όσον αφορά την ιδιωτική ιδιοκτησία εκ μέρους των κρατών. Οι άνθρωποι στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, αισθάνονται σχετικά ασφαλείς με την ιδιοκτησία τους. Αποτελεί, ωστόσο, γκρίζα ζώνη ως προς το ποιος κατέχει γη και κατοικίες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Γιατί αν κάποιος αποτύχει να πληρώσει τους φόρους ιδιοκτησίας, τότε η φορολογική αρχή μπορεί νομίμως να κατασχέσει το σπίτι ή το οικόπεδο. Επιπλέον, η 16η τροπολογία του αμερικανικού Συντάγματος, επιτρέπει την άμεση φορολογία – και, ως εκ τούτου, ο θείος Σαμ έχει απαιτήσεις στην ιδιοκτησία των καρπών της εργασίας όλων των κατοίκων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τα χρήματα είναι ιδιοκτησία, όπως και τα ακίνητα και υπόκεινται σε κατάσχεση στις ΗΠΑ.
Όσο πιο ισχυρό το κράτος, τόσο πιο φανερή η εγκληματική του φύση
Η ίδια η ύπαρξη του κράτους θέτει την ανθρωπότητα σε μια κατρακύλα προς την κρατική υποτέλεια, την εξουθενωτική φτώχεια και τον πρόωρο θάνατο:
Όπως ακριβώς η «εξουσία κάποιου να φορολογεί, περιλαμβάνει και την εξουσία του να καταστρέφει», η κύρωση της κρατικής εξουσίας να ρυθμίζει κανονιστικά ακόμη και το 1% της συμπεριφοράς μας, αποτελεί παραδοχή της εξουσίας του και ως προς όλα τα υπόλοιπα.9
Ο Ludwig και η Margit von Mises διέφυγαν από τα νύχια της επιτομής του ολοκληρωτισμού: τη ναζιστική Γερμανία. Είναι ευρέως γνωστό το πόσο δολοφονικό ήταν αυτό το ολοκληρωτικό κράτος. Κατά τη διάρκεια της ζωής του Ludwig von Mises, η έκταση της εγκληματικότητας και της καταστροφής του κομμουνιστικού μπλοκ δεν ήταν γνωστή. Όταν το 1999 εκδόθηκε η μαύρη βίβλος του κομμουνισμού: Εγκλήματα, τρομοκρατία, καταστολή, αποκαλύφθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο ο διαβολικός και εγκληματικός χαρακτήρας του ολοκληρωτικού κράτους, όπως αυτό εκφράστηκε από τον κομμουνισμό.
Επικρατεί μια εσφαλμένη αντίληψη ότι ο ναζισμός αντιπροσωπεύει την άκρα δεξιά του πολιτικού φάσματος ενώ ο κομμουνισμός αντιπροσωπεύει την άκρα αριστερά. Αυτό είναι λάθος, καθώς η ιδιωτική ιδιοκτησία και η ελευθερία συντρίβονται υπό το ολοκληρωτικό κράτος, ανεξάρτητα από την ταμπέλα του. Με άλλα λόγια, ο ολοκληρωτισμός είναι ολοκληρωτισμός. Οι συντάκτες της Μαύρης Βίβλου του Κομμουνισμού εξήγαγαν αυτό ακριβώς το συμπέρασμα:
«Ένα πράγμα είναι σίγουρο: Τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας είναι προϊόν μιας ιδεολογίας που δεν υποβαθμίζει τους ανθρώπους σε μια οικουμενική αλλά σε μια συγκεκριμένη κατάσταση, είτε πρόκειται για βιολογική, φυλετική είτε κοινωνικοϊστορική. Με την προπαγάνδα, οι Κομμουνιστές κατάφεραν να κάνουν τους ανθρώπους να πιστεύουν ότι η συμπεριφορά τους είχε οικουμενικές επιπτώσεις, συναφείς με την ανθρωπότητα στο σύνολό της. Οι κριτικοί προσπάθησαν συχνά να κάνουν διάκριση μεταξύ του ναζισμού και του κομμουνισμού, υποστηρίζοντας ότι το ναζιστικό έργο είχε έναν ιδιαίτερο στόχο, ακραία εθνικιστικό και ρατσιστικό, ενώ το project του Λένιν ήταν οικουμενικό. Αυτό είναι εντελώς εσφαλμένο. Και στη θεωρία και στην πράξη, ο Λένιν και οι διάδοχοί του απέκλεισαν από την ανθρωπότητα όλους τους καπιταλιστές, την «μπουρζουαζία,» τους αντεπαναστατικούς και άλλους, μετατρέποντάς τους σε απόλυτους εχθρούς στην κοινωνιολογική και πολιτική πραγματεία τους. Ο Kautsky σημείωσε ήδη από το 1918, ότι αυτοί οι όροι ήταν εντελώς ελαστικοί, επιτρέποντας στους εξουσιαστές να αποκλείουν από την ανθρωπότητα όποτε το επιθυμούσαν. Αυτοί ήταν οι όροι που οδήγησαν άμεσα σε εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας».10
Υπό το ολοκληρωτικό κράτος, δεν υπάρχει ιδιωτική ιδιοκτησία, συμπεριλαμβανομένης της ιδιοκτησίας του ίδιου του σώματος του ατόμου. Εκείνοι που ασκούν εξουσία υπό ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, δεν βλέπουν τίποτα λανθασμένο στο να σκοτώνουν ανθρώπους για χάρη του κράτους. Δεν αποτελεί έκπληξη ότι τα κομμουνιστικά καθεστώτα σκότωσαν σχεδόν 100 εκατομμύρια ανθρώπους κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα.11
Ο 20ος αιώνας, συνολικά, ήταν αιματηρός. Ο Δρ RJ Rummel έχει θεσπίσει τον όρο democide («δημοκτονία»), που σημαίνει «τη δολοφονία οποιουδήποτε προσώπου ή ανθρώπων από μια κυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένης της γενοκτονίας, της πολιτικής δολοφονίας και της μαζικής δολοφονίας».12 Αυτοί οι θάνατοι δεν υπολογίζουν τους θανάτους που αποδίδονται στον πόλεμο. Τον 20ο αιώνα, σύμφωνα με τον Δρ. Rummel, η «δημοκτονία» ήταν υπεύθυνη για 262 εκατομμύρια θανάτους.13
Καθώς τα κράτη αποκτούν δύναμη και ελευθερία, η διαβολική, εγκληματική και δολοφονική φύση του κράτους γίνεται αυταπόδεικτη.
Τα κράτη βασίζονται στην κλοπή, τον εξαναγκασμό και είναι αντι-οικονομικά
Υπάρχει ένας ισχυρισμός ότι υφίσταται ένα κοινωνικό συμβόλαιο στο οποίο τα άτομα συμφωνούν σιωπηρά να παραιτηθούν από κάποιες από τις ελευθερίες τους σε αντάλλαγμα για τα οφέλη μιας πολιτικής τάξης και ασφάλειας, όπως παρέχονται από το κράτος. Στην πραγματικότητα, ποιος συναινεί να δολοφονηθεί από ένα κράτος στο όνομα της πολιτικής τάξης; Ποιος συναινεί να φορολογηθεί; Το αν ένα άτομο είναι πιθανό να δολοφονηθεί από ένα κράτος ή απλώς να φορολογηθεί και να διοικηθεί από ένα κράτος, έχει πάντα να κάνει με το που γεννήθηκε κάποιος και δεν έχει καμία σχέση με το αν έχει συναινέσει στις επιταγές του κράτους.
Οι φόροι δεν αποτελούν εθελοντικές εισφορές προς το κράτος. Στην κυριολεξία, οι φόροι εισπράττονται με την απειλή όπλου και η αδυναμία πληρωμής μπορεί να καταλήξει σε φυλάκιση ή χειρότερα. Σύμφωνα με τον Lysander Spooner:
«Εάν η κυβέρνηση μπορεί να πάρει τα χρήματα ενός ανθρώπου χωρίς τη συγκατάθεσή του, δεν υπάρχει όριο στην πρόσθετη τυραννία που μπορεί να ασκήσει επάνω του. Γιατί με τα χρήματά του μπορεί να στρατολογήσει στρατιώτες να τον υποδουλώσουν, να τον κρατήσουν υποταγμένο, να τον λεηλατήσουν και να τον σκοτώσουν, αν αντισταθεί».14
Αυτό που περιγράφεται από τον Spooner είναι η γυμνή πραγματικότητα ότι το κράτος αντιπροσωπεύει την κατάργηση της ελευθερίας. Γιατί, αν ένα άτομο δεν κατέχει εξ ολοκλήρου το καρπό της εργασίας του (για παράδειγμα χρηματικό εισόδημα), τότε ζει σε κατάσταση φορολογικής δουλείας.
Η φορολογία μειώνει επίσης την παραγωγή. Αποτελεί φυσική αντίδραση να αποτρέψουμε έναν κλέφτη από το να κλέψει τα πράγματά μας. Ωστόσο, εάν ο κλέφτης είναι το κράτος, η ανθρωπότητα έχει την τάση να περισώσει όσο το δυνατόν περισσότερα εισοδήματα από την κυβέρνηση και ο οικονομικός αντίκτυπος είναι καταστροφικός. Σχετικά με αυτό το θέμα, ας ανατρέξουμε στον Frank Chodorov:
«Φόροι κάθε είδους αποθαρρύνουν την παραγωγή. Ο άνθρωπος εργάζεται για να ικανοποιήσει τις επιθυμίες του, όχι για να υποστηρίξει το κράτος. Όταν τα αποτελέσματα της δουλειάς του αφαιρούνται από αυτόν, είτε από ληστές είτε από την οργανωμένη κοινωνία, η τάση του είναι να περιορίσει την παραγωγή του στο ποσό που μπορεί να κρατήσει και να απολαύσει».15
Ο κ. Chodorov σχολιάζει περαιτέρω,
«Ενώ αναφερόμαστε στην αποθάρρυνση της παραγωγής από τη φορολογία, δεν πρέπει να παραβλέπουμε το μεγαλύτερο βάρος των έμμεσων φόρων, αν και δεν είναι τόσο προφανές. Το επίπεδο παραγωγής ενός έθνους καθορίζεται από την αγοραστική δύναμη των πολιτών του και στο βαθμό που αυτή η αγοραστική δύναμη καταστρέφεται από τις φορολογικές εισφορές, στον ίδιο αυτό βαθμό μειώνεται το επίπεδο παραγωγής. Είναι μια ανόητη σοφιστεία και εντελώς άσεμνο να υποστηρίξουμε ότι αυτά που συλλέγει το κράτος τα δαπανά και, επομένως, δεν υπάρχει μείωση της συνολικής αγοραστικής δύναμης. Οι κλέφτες ξοδεύουν τη λεία τους, με πολύ περισσότερη αδιαφορία από ότι θα την είχαν ξοδέψει οι νόμιμοι ιδιοκτήτες και με βάση τις δαπάνες θα μπορούσε κανείς να κάνει μια υπόθεση για την κοινωνική αξία της κλοπής. Είναι η παραγωγή, όχι η δαπάνη, που δημιουργεί παραγωγή. Μόνο με την τροφοδότηση των εμπορεύσιμων εισφορών στο γενικό ταμείο του πλούτου, επιταχύνονται οι τροχοί της βιομηχανίας. Αντίθετα, κάθε αφαίρεση από αυτό το γενικό ταμείο πλούτου, επιβραδύνει τη βιομηχανία και κάθε φόρος στις αποταμιεύσεις αποθαρρύνει τη συσσώρευση κεφαλαίου. Γιατί να δουλεύεις όταν δεν υπάρχει κάτι να κερδίσεις; Γιατί να ανοίξει κάποιος μια επιχείρηση, για να ταΐζει τους πολιτικούς;»16
Τα έσοδα μιας ιδιωτικής εταιρείας προέρχονται από την αυθόρμητα αναπτυσσόμενη ζήτηση που βασίζεται στην αγορά (με άλλα λόγια την «οργανική» ζήτηση), ενώ τα έσοδα του κράτους προέρχονται από την κλοπή. Τα κράτη είναι αντικαπιταλιστικά, ανορθολογικά και αντιοικονομικά εκ φύσεως.
Εάν υπάρχει κάποια σύμβαση που πρέπει να σπάσει, είναι το αποκαλούμενο «κοινωνικό συμβόλαιο» μεταξύ των ατόμων και του κράτους. Τα πρότυπα διαβίωσης θα αυξηθούν, λόγω της αυξημένης συσσώρευσης κεφαλαίου και αποταμίευσης, γεγονός που με τη σειρά του θα έχει ως αποτέλεσμα την εισαγωγή περισσότερων αγαθών και υπηρεσιών στην αγορά.
Οικονομικός υπολογισμός
Τι είναι ο οικονομικός υπολογισμός και γιατί είναι σημαντικός; Στο βιβλίο Ανθρώπινη Δράση , ο Ludwig von Mises απαντά συνοπτικά σε αυτά τα ερωτήματα:
«Το έργο που θέλει να επιτύχει ο άνθρωπος με τον οικονομικό υπολογισμό είναι να καθορίσει το αποτέλεσμα της δράσης συγκρίνοντας τις εισροές με την παραγωγική απόδοση. Ο οικονομικός υπολογισμός είναι είτε μια εκτίμηση του αναμενόμενου αποτελέσματος της μελλοντικής δράσης είτε ο καθορισμός του αποτελέσματος προηγούμενης δράσης. Αλλά το τελευταίο δεν εξυπηρετεί απλώς ιστορικούς και διδακτικούς σκοπούς. Το πρακτικό του νόημα είναι να δείξει πόσο κάποιος είναι ελεύθερος να καταναλώσει χωρίς να βλάψει τη μελλοντική ικανότητα παραγωγής. Όσον αφορά αυτό το πρόβλημα, αναπτύσσονται οι θεμελιώδεις έννοιες του οικονομικού υπολογισμού – το κεφάλαιο και το εισόδημα, τα κέρδη και οι ζημίες, οι δαπάνες και η αποταμίευση, το κόστος και η απόδοση. Η πρακτική χρήση αυτών των εννοιών και όλων των εννοιών που απορρέουν από αυτές, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη λειτουργία μιας αγοράς στην οποία τα αγαθά και οι υπηρεσίες όλων των κατηγοριών ανταλλάσσονται έναντι ενός παγκοσμίως χρησιμοποιούμενου μέσου ανταλλαγής, δηλαδή των χρημάτων. Σε ένα κόσμο που θα χαρακτηριζόταν από διαφορετικές δομές δράσης, αυτές οι έννοιες θα ήταν αυστηρά ακαδημαϊκές χωρίς καμία σχέση με την πραγματικότητα».17
Σε μια περιοχή στην οποία τιμώνται οι θεσμοί της ιδιωτικής περιουσίας και του υγιούς χρήματος (ενός χρήματος που προκύπτει από την αγορά), όλα τα αγαθά και οι υπηρεσίες μπορούν να ανταλλαχθούν με συνεκτικό τρόπο στην ελεύθερη αγορά. Υπό αυτές τις συνθήκες, προκύπτουν τιμές των χρημάτων τόσο για τα καταναλωτικά αγαθά όσο και για τα κεφαλαιουχικά αγαθά. Οι τιμές των παραγωγικών αγαθών (κεφαλαιουχικών αγαθών), αποτελούν παράγωγο των τιμών των καταναλωτικών αγαθών, με τις τιμές των παραγωγικών αγαθών, να προκύπτουν μέσω της κατηγοριοποίησης των τιμών.18
Με την ιδιωτική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, μια οικονομία μπορεί να ανθίσει. Οι επιχειρηματίες μπορούν να πάρουν ορθολογικές επιχειρηματικές αποφάσεις και να υποβάλουν αυτές τις αποφάσεις στη δοκιμασία (test) κέρδους – ζημίας:
«Ο νομισματικός υπολογισμός είναι το καθοδηγητικό άστρο της δράσης στο πλαίσιο του κοινωνικού συστήματος του καταμερισμού της εργασίας. Είναι η πυξίδα του ανθρώπου ο οποίος εκκινεί την παραγωγή. Υπολογίζει για να διακρίνει τις αποδοτικές γραμμές παραγωγής από τις μη αποδοτικές, εκείνες τις οποίες οι κυρίαρχοι καταναλωτές είναι πιθανό να εγκρίνουν από εκείνες τις οποίες είναι πιθανό να απορρίψουν. Κάθε ένα βήμα επιχειρηματικών δραστηριοτήτων υπόκειται σε έλεγχο μέσω νομισματικών υπολογισμών. Η προμελέτη της προγραμματισμένης δράσης, γίνεται εκ των προτέρων εμπορικός προϋπολογισμός του αναμενόμενου κόστους και των αναμενόμενων εσόδων. Ο αναδρομικός καθορισμός του αποτελέσματος της παρελθούσας δράσης, μετατρέπεται σε λογιστική καταχώρηση κέρδους και ζημίας».19
Ένα εργαλείο που χρησιμοποιούν οι επιχειρηματίες για να καθορίσουν την επιτυχία ή την αποτυχία των προηγούμενων ενεργειών είναι ένας οικονομικός απολογισμός, ο οποίος περιλαμβάνει έναν ισολογισμό και μια κατάσταση λογαριασμού αποτελεσμάτων. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι όλες οι εγγραφές στον ισολογισμό και στην κατάσταση λογαριασμού αποτελεσμάτων, εκφράζονται σε χρήματα. Ένας επιχειρηματίας μπορεί να συσχετίσει άμεσα εάν η κεφαλαιουχική βάση της εταιρείας (δηλαδή η καθαρή αξία της εταιρείας, όπως αντικατοπτρίζεται στον ισολογισμό) επεκτείνεται ή συστέλλεται ανάλογα με το αν η εταιρεία αποκόμισε κέρδη ή υπέστη ζημίες. Αυτός ο νομισματικός υπολογισμός βοηθά έναν επιχειρηματία να αποφασίσει να διατηρήσει ή να μεταβάλει ένα επιχειρηματικό σχέδιο που βασίζεται στην ικανοποίηση του πάντα-κυρίαρχου καταναλωτή.
Στις επιχειρήσεις, μια ιδιωτική εταιρεία μπορεί να εκτιμήσει τη ζήτηση για τα προϊόντα της μέσω του όγκου των πωλήσεών της. Χρησιμοποιώντας τις γενικά αποδεκτές λογιστικές αρχές (GAAP), οι πωλήσεις καταγράφονται ως η κορυφαία καταχώρηση ενός απολογισμού εισοδήματος (γνωστή και ως απολογισμός κερδών και ζημιών) χρησιμοποιώντας τον όρο «έσοδα». Τα έσοδα παράγονται μέσω των εθελοντικών ανταλλαγών χρημάτων, από τους πελάτες, σε αντάλλαγμα για τα προϊόντα που πωλούνται στους πελάτες. Μια εταιρεία θα γνωρίζει γρήγορα εάν υπάρχει ζήτηση για το προϊόν της – εάν οι πωλήσεις δεν υλοποιηθούν ή είναι σημαντικά χαμηλότερες από τις προσδοκίες, τότε τα έσοδα της εταιρείας θα αντανακλούν αυτήν την έλλειψη ζήτησης από τους πελάτες. Ένα έλλειμμα στα έσοδα, με τη σειρά του, πιθανότατα θα αναδείξει μια εταιρεία με ένα μη κερδοφόρο επιχειρηματικό μοντέλο στο οποίο τα έσοδα δεν επαρκούν για την κάλυψη των εξόδων παραγωγής και των γενικών εξόδων. Ως εκ τούτου, ο απολογισμός εισοδήματος θα αποκαλύψει μια καθαρή ζημία. Η κεφαλαιουχική βάση της εταιρίας θα συρρικνωθεί ως αποτέλεσμα αυτής της ζημίας.
Ένας απολογισμός εσόδων ιδιωτικής επιχείρησης βασισμένος στις Γενικά Αποδεκτές Λογιστικές Αρχές, θα έμοιαζε με τον ακόλουθο:
- Έσοδα
- Κόστος εσόδων που αποκομίστηκαν
- Μικτό κέρδος
- Γενικά και διοικητικά έξοδα
- Καθαρά λειτουργικά Έσοδα
- Άλλα Έσοδα (Έξοδα)
- Καθαρά έσοδα (ζημίες)
- Αδιανέμητα κέρδη, αρχή του έτους
- Αδιανέμητα κέρδη, τέλος του έτους
Εάν η εταιρεία έχει καθαρά έσοδα, τα αδιανέμητα κέρδη της θα αυξηθούν, με αποτέλεσμα την αύξηση της κεφαλαιουχικής βάσης της εταιρείας. Εάν η εταιρεία έχει καθαρή ζημιά, τότε τα αδιανέμητα κέρδη θα συρρικνωθούν και αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της κεφαλαιακής της βάσης. Αυτή είναι φινέτσα του οικονομικού υπολογισμού.
Το κράτος δεν μπορεί να υπολογίσει
Όλα τα κράτη είναι κατασκευάσματα εκτός αγοράς και είναι πάντοτε και παντού ανίκανα να κάνουν οικονομικούς υπολογισμούς. Χωρίς τη δοκιμή κέρδους και ζημίας, με προϋπόθεση την ιδιωτική ιδιοκτησία, ο σοσιαλισμός δεν επιτρέπει την εμφάνιση οικονομίας. Επομένως, ο σοσιαλισμός είναι ανορθολογικός. Αν ένα κράτος επιτρέπει την ιδιωτική ιδιοκτησία στην επικράτειά του και εμφανίζεται μια οικονομία ελεύθερης αγοράς, δεν σημαίνει ότι ένα τέτοιο κράτος είναι και ορθολογικό. Διότι ένα τέτοιο κράτος, δεν είναι σε θέση να κατανείμει ορθολογικά τους πόρους που διαχειρίζεται, καθώς οι δημόσιοι φορείς δεν έχουν τη δυνατότητα να υπολογίσουν τις επιδόσεις τους μέσω της δοκιμής του κέρδους και της ζημίας. Οι δημόσιοι φορείς, τελικά, εξαρτώνται από τον εξαναγκασμό και την κλοπή για να χρηματοδοτήσουν τον εαυτό τους και τα προγράμματά τους. Ως εκ τούτου, η νοοτροπία των γραφειοκρατών είναι πολιτικού και όχι οικονομικού χαρακτήρα.
Σε έναν κόσμο σπανιότητας, η ορθολογική κατανομή των πόρων είναι ζωτικής σημασίας για την υποστήριξη της ανθρώπινης ζωής. Μπορούμε να αναμένουμε ορθολογισμό και λογική σε σχέση με οικονομικά θέματα από όσους έχουν πολιτική νοοτροπία;
Η ορθολογική συμπεριφορά θα διαζευχθεί από το έδαφος που αποτελεί την σωστή της τοποθεσία. Στην πραγματικότητα, θα υπήρχε καν ορθολογική συμπεριφορά ή ορθολογισμός και λογική στην ίδια τη σκέψη; Ιστορικά, ο ανθρώπινος ορθολογισμός αποτελεί ανάπτυξη της οικονομικής ζωής. Θα μπορούσε να αποκτηθεί ορθολογισμός όταν παίρνει διαζύγιο από την οικονομική ζωή;20
Σε κράτη όπου επιτρέπεται η ιδιωτική ιδιοκτησία, επικρατεί η ψευδής αντίληψη ότι οι κρατικοί γραφειοκράτες μπορούν να κατανείμουν ορθολογικά τους πόρους. Αυτή είναι μια ψευδαίσθηση που επιβάλλεται σε ευκολόπιστους ανθρώπους. Αν μια δημόσια οντότητα έχει πλεόνασμα, επευφημείται σαν να λειτουργεί υπεύθυνα. Εάν η δημόσια οντότητα έχει έλλειμμα, θεωρείται πρόβλημα που πρέπει να διορθωθεί από τους γραφειοκράτες διαχειριστές.
Η λογιστική του δημόσιου τομέα μετρά τα έσοδα και τα έξοδα. Δεν υπάρχει, ωστόσο, καμία δοκιμή κέρδους και ζημιάς ακριβώς επειδή ένα κράτος ή μια δημόσια οντότητα δεν αποτελούν φαινόμενα που βασίζονται στην αγορά. Επομένως, η λογιστική του δημόσιου τομέα είναι καθαρά αυτοαναφορική, εννοώντας πως οι κρατικοί διαχειριστές επιθυμούν να μάθουν εάν αποσπώνται αρκετά χρήματα από τους υποκείμενους φορολογούμενους ώστε να παραμένουν οι ίδιοι βιώσιμοι. Η λογιστική του δημόσιου τομέα παρέχει επίσης έναν αέρα ευυποληψίας καθώς οι δημόσιοι φορείς επιθυμούν να προωθήσουν την ψευδαίσθηση της λογοδοσίας έναντι του πληθυσμού. Οι στόχοι της λογιστικής του δημόσιου τομέα εκφράζονται ως εξής:
Παραδοσιακοί στόχοι:
- Να παράσχει μία οικονομική περίληψη
- Να καταστήσει δυνατή μια λεπτομερή σύγκριση των δαπανών με τον προϋπολογισμό
- Να επιτρέψει τον προσδιορισμό των δαπανών για να διασφαλίσει ότι συμμορφώνεται με το νόμο και άλλες νομικές αρχές
- Να αποτελέσει τη βάση για τον επόμενο προϋπολογισμό
Σύγχρονοι στόχοι:
- Να ενημερώνονται οι κάτοχοι κρατικών χρεογράφων για την οικονομική κατάσταση της κυβέρνησης
- Να παρέχονται στους πιθανούς επενδυτές πληροφορίες σχετικά με την πιστοληπτική ικανότητα
- Η διευκόλυνση της διοικητικής λήψης αποφάσεων
- Ο προσδιορισμός στοιχείων ενεργητικού και παθητικού
- Να διευκολυνθεί η δημοκρατική διαφάνεια21
Σημειώστε πως όροι και έννοιες όπως η συμμόρφωση με τον νόμο, ο προϋπολογισμός, οι κάτοχοι χρεογράφων, η φερεγγυότητα και η δημοκρατική διαφάνεια, φέρνουν στο προσκήνιο τον όρο «βιωσιμότητα» και η τελειότητα στις δημόσιες σχέσεις θα έχει επιτευχθεί.
Οι υπηρεσίες που συνηθέστερα συνδέονται με τον δημόσιο τομέα είναι η αστυνομική προστασία, η ασφάλεια, το νομικό σύστημα, οι δρόμοι, η εθνική άμυνα και η παραγωγή χρήματος. Φυσικά, υπάρχουν πολλά προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας όπως η Κοινωνική Ασφάλιση – αλλά αυτά δεν είναι υπηρεσίες, δεδομένου ότι είναι καθαρά μεταβιβάσεις πλούτου.
Επαναλαμβάνουμε, επειδή τα έσοδα ενός κράτους προέρχονται από τον εξαναγκασμό, μέσω της φορολογίας, δεν υπάρχει κανένας τρόπος υπολογισμού της οργανικής ζήτησης για τις υπηρεσίες που παρέχει το κράτος στον πληθυσμό του. Χωρίς έγκυρο μετρητή για τον υπολογισμό της ζήτησης για τις υπηρεσίες ενός κράτους, καθώς δεν υπάρχει σχέση μεταξύ ζήτησης και εσόδων (όπως υπάρχει στην ιδιωτική επιχείρηση), ένα κράτος δεν κατέχει απολύτως κανένα μέσο υπολογισμού για το εάν κατανέμει ορθολογικά τους πόρους.
Επίσης, επειδή οι κρατικές υπηρεσίες δεν μπορούν να δοκιμαστούν έναντι των μετρήσεων της οργανικής ζήτησης, τότε είναι αδύνατο για τους κρατικούς γραφειοκράτες να γνωρίζουν αν ανταποκρίνονται στις πιο επείγουσες ανάγκες του πληθυσμού. Είναι αδύνατο οι φόροι να λειτουργούν ως υποκατάστατο των εσόδων παραγόμενων εκ της αγοράς. Μόνο έσοδα με βάση την αγορά, χρησιμεύουν για να παράσχουν τις πληροφορίες για το πόσες και τι είδους υπηρεσίες απαιτούνται πραγματικά από τους ανθρώπους.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, έχει υλοποιηθεί ένας ιστός δημόσιων φορέων – δημοτικών, πολιτειακών και εθνικών – που έχει παρασιτικά προσκολληθεί στην κοινωνία της αγοράς – απομακρύνοντας πόρους από εκεί όπου αμέτρητοι άνθρωποι θα κατεύθυναν διαφορετικά τα χρήματα και τους δικούς τους πόρους. Πόσες έξυπνες βόμβες, drones, μαχητικά αεροσκάφη, στρατιωτικές βάσεις, αστυνομικοί, δικαστές, κοινωνικοί λειτουργοί, κατάσκοποι της CIA και πράκτορες της εφορίας απαιτούνται; Το αν μια δημόσια οντότητα διαθέτει πλεόνασμα ή έλλειμμα δεν απαντά σε αυτή την ερώτηση. Επειδή ένα κράτος δεν είναι φαινόμενο που βασίζεται στην αγορά, παρόλο που εξακολουθεί να μπορεί να υπολογίζει τις δαπάνες του χρησιμοποιώντας τιμές που έχουν προκύψει στην ελεύθερη αγορά, δεν μπορεί ποτέ να εκτιμήσει τη ζήτηση για τις υπηρεσίες του, καθώς το εισόδημα του κράτους προέρχεται από την κλοπή και όχι από τη ζήτηση της ελεύθερης αγοράς. Αυτό το πλέγμα δημόσιων φορέων, συνεπώς, εξυπηρετεί την εσφαλμένη κατανομή των πόρων σε μια γιγαντιαία κλίμακα.
Κρατικά ελεγχόμενο χρήμα vs της Ελεύθερης Αγοράς
Σύμφωνα με το θεώρημα αναδρομής του Ludwig von Mises:
Τα χρήματα, σε οποιαδήποτε κοινωνία, μπορούν να καθιερωθούν μόνο με μια διαδικασία αγοράς που αναδύεται από τον αντιπραγματισμό. Τα χρήματα δεν μπορούν να δημιουργηθούν με κοινωνικό συμβόλαιο, με κυβερνητική επιβολή ή με τεχνητά σχήματα που προτείνονται από οικονομολόγους. Τα χρήματα μπορούν μόνο να προκύψουν «οργανικά» από την αγορά.22
Σε αντίθεση με όσα δηλώνουν οι δημόσιοι αξιωματούχοι και οι κρατιστές, δεν υπάρχει κανένας οικονομικός νόμος που να απαγορεύει την ιδιωτική παραγωγή χρήματος,23 πόσο μάλλον τις υπηρεσίες ασφαλείας,24 την άμυνα,25 τη δικαιοσύνη 26 και τους δρόμους.27 Ωστόσο, οι κυβερνήσεις, όντας οι εγκληματικές επιχειρήσεις που είναι, κατάφεραν να αντικαταστήσουν τα χρήματα βασισμένα στην αγορά (χρυσό και άργυρο) με πολιτικά χαρτονομίσματα.
Με την εμφάνιση του κράτους, ξεκίνησε μια διαδικασία που κράτησε πολλούς αιώνες για να αναλάβουν οι κυβερνήσεις τον έλεγχο των νομισματικών συστημάτων. Τέτοιοι σφετερισμοί ξεκινούν συνήθως με το κράτος να καταλαμβάνει τον απόλυτο έλεγχο της επιχείρησης νομισματοκοπίας – με το κράτος να ονομάζει τη νομισματική μονάδα για να τη διαχωρίσει από το υποκείμενο βάρος του μεταλλικού νομίσματος της (το οποίο ανοίγει την πόρτα για την υποτίμηση – χάλκευση – των νομισμάτων). Το επόμενο βήμα ήταν τα κράτη να θεσπίσουν νόμους περί νόμιμου χρήματος (Legal Tender) που υπαγορεύουν τι θα μπορούσε να είναι χρήμα. Καθώς τα υποκατάστατα χρημάτων (Χαρτονομίσματα κλπ) εισήχθησαν σε ευρεία χρήση, τους τελευταίους αιώνες, οι κυβερνήσεις έδωσαν στις τράπεζες το προνόμιο της αναστολής της πληρωμής σε είδος (εξαργύρωσης). Όλα αυτά έθεσαν το σκηνικό για να φέρουν την κεντρική τράπεζα στην εικόνα, στην οποία οι κυβερνήσεις παρέχουν το μονοπώλιο στην έκδοση του χαρτονομίσματος.28
Ακριβώς λόγω των επιπτώσεων της κεντρικής τράπεζας, προέκυψαν οι φούσκες των χρηματιστηριακών αγορών στις Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του 1920, τη δεκαετία του ’80 και στα τέλη της δεκαετίας του 1990/αρχές της δεκαετίας του 2000. Κάθε φούσκα τροφοδοτήθηκε από τις πολιτικές εύκολου χρήματος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας και οδήγησε κατευθείαν στη Μεγάλη Ύφεση,29τη συντριβή ρεκόρ των χρηματιστηριακών αγορών του 1987 και το σκάσιμο της φούσκας NASDAQ/dot-com, η οποία εμφυσήθηκε κατά την περίοδο 2000 – 2001.30 Η αυστριακή θεωρία του επιχειρηματικού κύκλου παρέχει τη μόνη εξήγηση για αυτές τις περιπτώσεις άνθισης-αποτυχίας. Όπως εξηγεί ο Roger Garrison:
Η αυστριακή θεωρία του επιχειρηματικού κύκλου προκύπτει ευθέως από μια απλή σύγκριση οικονομικής ανάπτυξης βασισμένης σε πραγματικές αποταμιεύσεις, η οποία είναι βιώσιμη, με μια άνθιση που προκαλείται από πιστώσεις, η οποία δεν είναι βιώσιμη. Η αύξηση της ιδιωτικής αποταμίευσης και η πιστωτική επέκταση που ενορχηστρώνεται από την κεντρική τράπεζα, θέτουν σε κίνηση διαδικασίες αγοράς των οποίων τα αρχικά φαινόμενα των κατανομών στην κεφαλαιακή διάρθρωση της οικονομίας είναι παρόμοια. Αλλά οι τελικές συνέπειες των δύο διαδικασιών βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση: Η αποταμίευση μας δίνει γνήσια βιώσιμη ανάπτυξη. Η πιστωτική επέκταση προκαλεί πρόσκαιρη επίπλαστη άνθιση και επακόλουθη αποτυχία.31
Ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας, Alan Greenspan, έπειτα από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου, μείωσε το επιτόκιο των ομοσπονδιακών κεφαλαίων (το οποίο ανερχόταν στο 6,5% τον Νοέμβριο του 2000) σε 1% τον Ιούλιο του 2003. Το επιτόκιο των ομοσπονδιακών κεφαλαίων παρέμεινε στο 1% μέχρι τον Ιούνιο του 2004.32 Τέτοια τεχνητά χαμηλά επιτόκια, προκάλεσαν εξ αρχής τη στεγαστική φούσκα την οποία έθεσαν σε κίνηση οι κυβερνητικές επιχειρήσεις των Fannie Mae και Freddie Mac.
Ο Frank Shostak περιγράφει με εύγλωττο τρόπο πως η χαλαρή νομισματική πολιτική ήταν η εγγύτερη αιτία της στεγαστικής φούσκας στην Αμερική:
Μπορούμε να ορίσουμε μια φούσκα ως εκείνες τις δραστηριότητες που αναδύονται στο πίσω μέρος της χαλαρής νομισματικής πολιτικής της κεντρικής τράπεζας. Με άλλα λόγια, ελλείψει νομισματικής επέκτασης, αυτές οι δραστηριότητες δεν θα προέκυπταν. Δεδομένου ότι οι δραστηριότητες φούσκας δεν είναι αυτοχρηματοδοτούμενες, η εμφάνισή τους απαραίτητα θα αποβεί εις βάρος των διαφόρων αυτοχρηματοδοτούμενων ή παραγωγικών δραστηριοτήτων. Αυτό σημαίνει ότι απομένει λιγότερη πραγματική χρηματοδότηση για τις παραγωγικές δραστηριότητες, γεγονός που υπονομεύει αυτές τις δραστηριότητες. Εν ολίγοις, η νομισματική επέκταση δημιουργεί λανθασμένη κατανομή των πόρων, η οποία κατά κανόνα εκδηλώνεται μέσω της σχετικής αύξησης των μη παραγωγικών δραστηριοτήτων έναντι των παραγωγικών δραστηριοτήτων.33
Κατά συνέπεια, η μαζική ψευδαίσθηση ότι ένα μακροχρόνιο ανθεκτικό αγαθό, όπως ένα σπίτι, θα αυξάνει την τιμή του κάθε χρόνο, προέρχεται άμεσα από τη νομισματική επέκταση της Ομοσπονδιακής -κεντρικής- Τράπεζας της Αμερικής. Η παραφουσκωμένη υπόθεση ότι οι τιμές των κατοικιών δεν θα μειωθούν ποτέ, επιδεικνύει ότι το εύκολο χρήμα σίγουρα οδήγησε σε μια μαζική συστάδα σφαλμάτων, με αποκορύφωμα τη φοβερή κατάρρευση της στεγαστικής αγοράς.
Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2008, η πολιτική εύκολου χρήματος της Federal Reserve γύρισε μπούμερανγκ, όταν μεγάλα αμερικανικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αναγνώρισαν ότι οι ισολογισμοί τους ήταν κουρέλια. Η απερίσκεπτη πίστωση για στεγαστικά δάνεια, οδήγησε σε εκτεταμένες χρεοκοπίες ενυπόθηκων δανείων. Επειδή η Wall Street είχε μετατραπεί σε μηχανή τιτλοποίησης ενυπόθηκων δανείων και οι ισολογισμοί των αμερικανικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ήταν γεμάτοι με τέτοια ενυπόθηκα χρεόγραφα – οι τιμές των οποίων υποχώρησαν ραγδαία, εξαιτίας των προαναφερθεισών αθετήσεων δανείων – τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα γονάτισαν.
Στις 14 Οκτωβρίου 2008, «η κυβέρνηση των ΗΠΑ ανακοίνωσε μια σειρά πρωτοβουλιών για την ενίσχυση της σταθερότητας της αγοράς, τη βελτίωση της δύναμης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και τη βελτίωση της ρευστότητας της αγοράς».34Ο ακρογωνιαίος λίθος αυτής της πρωτοβουλίας ήταν το «Πρόγραμμα Ελάφρυνσης Προβληματικού Παθητικού (TARP), στο οποίο ο γραμματέας του Υπουργείου Οικονομικών θα δαπανούσε μέχρι και 700 δισεκατομμύρια δολάρια σε δύο δόσεις, για να αγοράσει καμμένα χαρτιά, όπως παράγωγα εξασφαλισμένα με υποθήκες, από τράπεζες και άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.»35
Τιτάνες της Wall Street, όπως η Citigroup, η Goldman Sachs και η JPMorgan Chase, αισθάνθηκαν αρχικά τις οδυνηρές συνέπειες της οικονομικής κατάρρευσης του 2008. Ωστόσο, επειδή αυτά τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θεωρήθηκαν «πολύ μεγάλα για να αποτύχουν» (too big to fail), ο υπουργός Οικονομικών Hank Paulson θεώρησε ότι αυτά τα αφερέγγυα μεγαθήρια έπρεπε να διασωθούν εις βάρος της πραγματικής οικονομίας. Ο Robert Murphy συμπεραίνει:
Το TARP ήταν μια διεφθαρμένη απάτη εξ αρχής, χρησιμοποιώντας χρήματα των φορολογουμένων για να διασώσει μερικούς από τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου από τις δικές τους ανόητες επενδύσεις. Οι ισχυρισμοί ότι οι φορολογούμενοι κέρδισαν χρήματα από το TARP, είναι αβάσιμοι. Ακόμη χειρότερα, το TARP δίδαξε στους επενδυτές τραπεζίτες ένα σημαντικό μάθημα: Κατά τη διάρκεια μιας άνθισης βασισμένης σε πιστωτική επέκταση, κερδίστε όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα, ανεξάρτητα από το πόσο βραχυπρόθεσμα θα είναι τα κέρδη. Όταν σκάσει η φούσκα, το Υπουργείο Οικονομικών και η Κεντρική Τράπεζα θα βρίσκονται στο πλευρό σας με ένα μαξιλάρι χρηματοδοτημένο από τους φορολογούμενους.36
Όταν η κυβέρνηση ελέγχει τα χρήματα, μέσω μιας κεντρικής τράπεζας, σε συνδυασμό με τη φορολογική της εξουσία, οι εγκληματικές δραστηριότητες του κράτους μπορούν να είναι ακραία ριψοκίνδυνες και εξαιρετικά επιζήμιες.
Υπό μια ελεύθερη αγορά, όπου τα χρυσά και ασημένια νομίσματα είναι ιδιωτικά και χρησιμεύουν ως χρήματα, αυτοί οι κρατικά επιβεβλημένοι κύκλοι άνθισης-αποτυχίας, όπως η αμερικανική στεγαστική φούσκα, δεν θα μπορούσαν να προκύψουν. Αντίθετα, όταν η εγκληματική επιχείρηση, γνωστή ως κράτος, ελέγχει την παραγωγή χρήματος, η ιστορία δείχνει πόσο οικονομικά καταστροφικό μπορεί να είναι το κράτος.
Συμπέρασμα
Καθώς μεγαλώνει ένα κράτος, η ελεύθερη αγορά νοθεύεται και ξεθωριάζει. Επειδή όλα τα κράτη είναι ανίκανα να κατανείμουν ορθολογικά τους πόρους που διαχειρίζονται, λογικά προκύπτει ότι το ολοκληρωτικό κράτος θα αφανίσει μια οικονομία εντελώς. Όταν δημοσιεύθηκε το Economic Calculation in the Socialist commonwealth, η «τεκμηριωμένη πραγματεία του Mises το 1920 σχετικά με την αδυναμία οικονομικού υπολογισμού υπό τον σοσιαλισμό, ήταν η πιο σημαντική κριτική που ασκήθηκε στο σοσιαλισμό».37 Βασικό στοιχείο αυτής της κριτικής, ήταν η απόλυτη αναγκαιότητα της ιδιωτικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής.
Ως εκ τούτου, ο Ludwig von Mises ήταν ένας σφοδρός υπερασπιστής της ιδιωτικής ιδιοκτησίας. Γιατί χωρίς ιδιωτική ιδιοκτησία δεν μπορεί να προκύψει οικονομία:
Αποτελεί ψευδαίσθηση να φανταστούμε ότι σε ένα σοσιαλιστικό κράτος μπορεί ο υπολογισμός in natura να πάρει τη θέση του νομισματικού υπολογισμού. Ο υπολογισμός in natura, σε μια οικονομία χωρίς ανταλλαγή, μπορεί να περιλαμβάνει μόνο καταναλωτικά αγαθά. Αποτυγχάνει τελείως όταν πρόκειται να αντιμετωπίσει αγαθά υψηλότερης τάξης (κεφαλαιουχικά αγαθά με επιμήκη-περιφερειακή διαδικασία παραγωγής). Και μόλις εγκαταλείψει κανείς τη νοητική σύλληψη μιας ελεύθερης νομισματικής τιμής για τα προϊόντα υψηλότερης τάξης (κεφαλαιουχικά αγαθά με επιμήκη-περιφερειακή διαδικασία παραγωγής), η ορθολογική παραγωγή καθίσταται εντελώς αδύνατη. Κάθε βήμα που μας οδηγεί μακριά από την ιδιωτική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και από τη χρήση των χρημάτων, μας οδηγεί επίσης μακριά από τα ορθολογικά οικονομικά.38 (Έμφαση στο πρωτότυπο)
Ωστόσο, ο Mises δεν θεωρούσε τον σοσιαλισμό ως συστηματοποιημένη ληστεία.39Αν είχε λάβει γνώση της βάναυσης μεταχείρισης των κουλάκων της Σοβιετικής Ένωσης κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κολεκτιβοποίησης, είναι πιθανό ότι θα είχε αλλάξει τη γνώμη του. Σύμφωνα τη μαύρη βίβλο του κομμουνισμού:
Πρόσφατη έρευνα στα νέα προσβάσιμα αρχεία, επιβεβαίωσε ότι η βίαιη κολεκτιβοποίηση της υπαίθρου ήταν στην πραγματικότητα ένας πόλεμος που κήρυξε το σοβιετικό κράτος σε ένα έθνος μικροκαλλιεργητών. Πάνω από 2 εκατομμύρια αγρότες απελάθηκαν (1,8 εκατομμύρια μόνο το 1930-31), 6 εκατομμύρια πέθαναν από την πείνα και εκατοντάδες χιλιάδες πέθαναν ως άμεσο αποτέλεσμα της απέλασης.40
Τέτοιες συγκλονιστικές πληροφορίες, μπορεί να είχαν προκαλέσει τον Mises να καταλάβει ότι όλα τα κράτη, εξ ορισμού, υπάρχουν με βάση τη συστηματοποιημένη ληστεία και τη βία. Με τη σειρά της, κάθε οντότητα, η ίδια η ύπαρξη της οποίας εξαρτάται από τη συστηματοποιημένη κλοπή και τον εξαναγκασμό, απαραιτήτως κατανέμει εσφαλμένα τους πόρους και καταστρέφει το κεφάλαιο. Σε έναν κόσμο σπανιότητας, ένας τέτοιος θεσμός πρέπει να θεωρείται αντίθετος προς τον άνθρωπο και ανορθολογικός. Ο σοσιαλισμός, επομένως, δεν είναι το πρόβλημα. Το ίδιο το κράτος είναι το πρόβλημα.
Ο Mises, βέβαια, είχε σοβαρές αμφιβολίες για το κράτος:
Η ιδιωτική ιδιοκτησία δημιουργεί για το άτομο μια σφαίρα στην οποία είναι ελεύθερο από το κράτος. Θέτει όρια στη λειτουργία της κρατικής αυταρχικής βούλησης. Επιτρέπει σε άλλες δυνάμεις να εμφανιστούν δίπλα-δίπλα και σε αντίθεση με την πολιτική εξουσία. Έτσι [η ιδιωτική ιδιοκτησία] καθίσταται η βάση όλων εκείνων των δραστηριοτήτων που είναι απαλλαγμένες από τη βίαιη παρέμβαση εκ μέρους του κράτους. Είναι το έδαφος στο οποίο καλλιεργούνται οι σπόροι της ελευθερίας και, τελικά, ριζώνει η αυτονομία του ατόμου και όλη η πνευματική και υλική πρόοδος.41
Εγγενές στην ιδιωτική ιδιοκτησία, είναι το δικαίωμα στην αυτοκτησία, «ένα δικαίωμα που κατέχει ο καθένας λόγω του ότι είναι άνθρωπος.»42 Κάθε άτομο, με άλλα λόγια, έχει δικαίωμα ιδιοκτησίας στο δικό του σώμα. Με την επέκταση της οπτικής του Mises για την ιδιωτική ιδιοκτησία στο σώμα κάθε ατόμου, η σφαίρα στην οποία η ανθρωπότητα θα μεγιστοποιούσε την ελευθερία μαζί με την πνευματική και υλική πρόοδο, θα ήταν εκεί όπου κανένα κράτος δεν υπάρχει καν.
***
Η πραγματεία αυτή δημοσιεύτηκε αρχικά στην ιστοσελίδα του Ινστιτούτου Ludwig von Mises με τίτλο:The Economic Irrationality of the State
Βρίσκετε ενδιαφέροντα τα άρθρα στην «Ελεύθερη Αγορά»; Εκτιμάτε την προσπάθεια μας; Κάντε τώρα μια δωρεά 5 ευρώ και ενισχύστε μας.
Αναφορές:
Block, Walter, 2009, «Road Socialism,» The Privatization of Roads and Highways: Human and Economic Factors, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Board of Governors of the Federal Reserve System, «Troubled Asset Relief Program (TARP) Information.»
Carabini, Louis E., 2008, Inclined to Liberty: The Futile Attempt to Suppress the Human Spirit, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Catalan, Jonathan M. Finegold, 2011, «The Foremost Austrian Contribution to Economic Science,» Mises Daily, January 06.
Chodorov, Frank, 1974, The Income Tax: Root of all Evil, Old Greenwich, CT: The Devin-Adair Company.
Chodorov, Frank, 2007a, Out of Step, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Chodorov, Frank, 2007b, The Rise & Fall of Society, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Courtois, Stephane, et al., 1999, The Black Book of Communism: Crimes, Terror, Repression, Cambridge, MA: Harvard University Press.
De Soto, Jesus Huerta, 2010, Socialism, Economic Calculation and Entrepreneurship, Northampton, MA: Edward Elgar Publishing.
De Soto, Jesus Huerta, 2006, Money, Bank Credit, and Economic Cycles, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Earle, Peter C., 2012, «Anarchy in the Aachen,» Mises Daily, August 08.
Fergusson, Adam, 2010, When Money Dies: The Nightmare of Deficit Spending, Devaluation, and Hyperinflation in Weimar Germany, New York, NY: PublicAffairs.
Garrison, Roger W., 1996, «The Austrian Theory: A Summary,» in The Austrian Theory of the Trade Cycle and Other Essays, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Garrison, Roger W., 2001, Time and Money: The Macroeconomics of Capital Structure, New York, NY: Routledge.
Gordon, David, 1990, Resurrecting Marx: The Analytical Marxists on Freedom, Exploitation, and Justice, New Brunswick, NJ: Transaction Publishers.
Gordon, David, 2007, «Introduction,» in Secession, State & Liberty, New Brunswick, NJ: Transaction Publishers.
Hayek, F.A., 1991, The Fatal Conceit: The Errors of Socialism, Chicago, IL: The University of Chicago Press.
Hepworth, Noel, 2003, «Accounting in the Public Sector,» Chartered Institute of Public Finance and Accountancy, University of Malta.
Higgs, Robert, 2008, «The TARP Is Dead, Long Live TARP,» Mises Daily, November 19.
Hoppe, Hans-Hermann, 2002, Democracy, The God that Failed: The Economics and Politics of Monarchy, Democracy, and Natural Order, New Brunswick, NJ: Transaction Publishers.
Hoppe, Hans-Hermann, 2003, «Government and the Private Production of Defense,» in The Myth of National Defense: Essays on the Theory and History of Security Production, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Hoppe, Hans-Hermann, 2006, The Economics and Ethics of Private Property: Studies in Political Economy and Philosophy, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Hulsmann, Jorg Guido, 1997, «Knowledge, Judgment, and the Use of Property,» Review of Austrian Economics, 10, 1.
Hulsmann, Jorg Guido, 2007, Mises: The Last Knight of Liberalism, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Hulsmann, Jorg Guido, 2008a, Deflation & Liberty, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Hulsmann, Jorg Guido, 2008b, The Ethics of Money Production, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Mahoney, Dan, 2002, «Ownership, Scarcity, and Economic Decision Making,» The Quarterly Journal of Austrian Economics, 5, 1.
Mahoney, Dan, 2005, «On Austrian Value Theory and Economic Calculation,» Working Paper.
Maltsev, Yuri N., 1993, «Introduction,» Requiem for Marx, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Mises, Ludwig von, 1977, Planned Chaos, Irvington-On-Hudson, NY: The Foundation for Economic Education.
Mises, Ludwig von, 1981a, Socialism: An Economic and Sociological Analysis, Indianapolis, IN: Liberty Fund.
Mises, Ludwig von, 1981b, The Theory of Money and Credit, Indianapolis, IN: Liberty Fund.
Mises, Ludwig von, 1983, Bureaucracy, Grove City, PA: Libertarian Press.
Mises, Ludwig von, 1985, Liberalism: In the Classical Tradition, Irvington-On-Hudson, NY: The Foundation for Economic Education.
Mises, Ludwig von, 1990, Economic Calculation in the Socialist Commonwealth, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Mises, Ludwig von, 1998, Human Action, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Mises, Ludwig von, 2003, Epistemological Problems of Economics, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Mises, Ludwig von, 2006, The Causes of the Economic Crisis: And Other Essays Before and After the Great Depression, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Murphy, Robert P., 2010, «Was TARP good for the Taxpayers?,» Mises Daily, October 07.
Murphy, Robert P., 2011, Study Guide to The Theory of Money & Credit by Ludwig von Mises, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Notten, Michael van, 2006, The Law of the Somalis: A Stable Foundation for Economic Development in the Horn of Africa, Trenton, NJ: The Red Sea Press.
Oppenheimer, Franz, 1999, The State: Its History and Development Viewed Sociologically, New Brunswick, NJ: Transaction Publishers.
Rajsic, Predrag, 2012, «Assuming Away Reality,» Mises Daily, May 02.
Rothbard, Murray N., 1988, Ludwig von Mises: Scholar, Creator, Hero, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Rothbard, Murray N., 1990, What Has Government Done to Our Money?, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Rothbard, Murray N., 1991a, The Case for a 100 Percent Gold Dollar, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Rothbard, Murray N., 1991b, «The End of Socialism and the Calculation Debate Revisited,» The Review of Austrian Economics, 5, 2.
Rothbard, Murray N., 1994, The Case Against the Fed, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Rothbard, Murray N., 1998, The Ethics of Liberty, New York, NY: New York University Press.
Rothbard, Murray N., 2000, America’s Great Depression, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Rothbard, Murray N., 2004, Man, Economy, & State: A Treatise on Economic Principles: with Power and Market, Government and the Economy, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Rothbard, Murray N., 2006, For a New Liberty: The Libertarian Manifesto, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Rothbard, Murray N., 2007, The Panic of 1819: Reactions and Policies, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Rummel, Rudolph available at http://en.wikipedia.org/wiki/Rudolph_Rummel.
Salerno, Joseph T., 1993, «Mises and Hayek Dehomogenized,» The Review of Austrian Economics, 6, 2.
Salerno, Joseph T., 1999, «The Place of Mises’s Human Action in the Development of Modern Economic Thought,» The Quarterly Journal of Austrian Economics, 2, 1.
Sanchez, Daniel James, 2012, «Mises on the Basics of Money,» Mises Daily, March 28.
Sanchez, Daniel James, 2012, «The Measurement Chimera,» Mises Daily, April 09.
Shaffer, Butler, 2009, Boundaries of Order: Private Property as a Social System, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Shostak, Frank, 2003, «Housing Bubble: Myth or Reality?,» Mises Daily, March 04.
Spooner, Lysander, 1852, Trial by Jury, Cleveland, OH: Jewett, Proctor, & Worthington.
Steele, David Ramsay, 1981, «Posing the Problem: The Impossibility of Economic Calculation under Socialism,» The Journal of Libertarian Studies, V, 1.
Strigl, Richard von, 2000, Capital & Production, Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Tannehill, Linda and Morris, 1993, The Market for Liberty, San Francisco, CA: Fox & Wilkes.
Thornton, Mark, «The Economics of Housing Bubbles,» Auburn, AL: Ludwig von Mises Institute.
Σημειώσεις:
- Rothbard (1998), σ. 37–38.
- Για μία εξαιρετική ανάλυση του Economic Calculation in the Socialist Commonwealth, διαβάστε το υστερόγραφο του Joseph T. Salerno με τίτλο «Why a Socialist Economy is ‘Impossible.'» Mises (1990), σ. 51–71.
- Mises (1983), σ. 27.
- Tannehill (1993), σ. 113.
- Oppenheimer (1999), σ. 24–25.
- συναφώς, σ. 27.
- Maltsev (1993), σ. 25.
- Courtois, et al. (1999), σ. 4.
- Shaffer (2009), σ. 282.
- Courtois, et al. (1999), σ. 752–753.
- Συναφώς, σ.4.
- Wikipedia Rudolph Rummel.
- Συναφώς
- Spooner (1852), παράρτημα.
- Chodorov (2007a), σ. 225.
- Chodorov (2007a), σ. 225–226.
- Mises (1998), σ. 211–212.
- Δείτε Dan Mahoney On Austrian Value Theory and Economic Calculation.
- Mises (1998), σ. 230.
- Mises (1990), σ. 21.
- Δείτε Noel Hepworth: Chartered Institute of Public Finance and Accountancy, Πανεπιστήμιο Μάλτας, Φεβρουάριος 2003
- Rothbard (1988), σ. 19.
- Δείτε Jorg Guido Hulsmann The Ethics of Money Production «Monetary Reform» σ. 240–242.
- Δείτε Linda and Morris Tannehill’s The Market for Liberty Κεφάλαιο 8 «Protection of Life and Property.»
- Δείτε Hans-Hermann Hoppe Κεφάλαιο 10 «Government and the Private Production of Defense» in The Myth of National Defense: Essays on the Theory and History of Security Production.
- Δείτε Michael van Notten The Law of the Somalis Κεφάλαια 3, 4, and 5.
- Δείτε Walter Block Κεφάλαιο «Road Socialism» in The Privatization of Roads and Highways edited by Walter Block.
- Rothbard (1990), σ. 57–69.
- Δείτε Murray Rothbard America’s Great Depression.
- Δείτε Mark Thornton The Economics of Housing Bubbles. σ. 21.
- Garrison (1996), σ. 112.
- Δείτε Mark Thornton The Economics of Housing Bubbles. σ. 15.
- Shostak (2003), p. 1.
- Δείτε το συμβούλιο των κυβερνητών του συστήματος Federal Reserve για τις πληροφορίες σχετικά με το Πρόγραμμα Ελάφρυνσης Προβληματικού Παθητικού (TARP).
- Higgs (2008), σ. 1.
- Murphy (2010), σ. 7.
- Rothbard (1988), p. 25.
- Mises (1990), σ. 19–20.
- Hulsmann (2007), σ. 445.
- Courtois, et al. (1999), σ. 146.
- Mises (1985), σ. 67–68.
- Rothbard (2006), σ. 35.