Όχι, καπιταλισμός δεν σημαίνει καταναλωτισμός

0
4928

οι δημοφιλείς έννοιες της οικονομικής ανάπτυξης – τόσο στην αριστερά όσο και στη δεξιά και στο κέντρο – επιμένουν ότι ένα υγιές οικονομικό σύστημα βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην κατανάλωση.

Του 

Απόδοση: Ευθύμης Μαραμής

Ο θόρυβος γύρω από τον καταναλωτισμό

«9 τρόποι να αντισταθούμε στις σειρήνες του καταναλωτισμού», αναφέρει ένας πρόσφατος τίτλος περιοδικού lifestyle«4 πράγματα που μπορείτε να κάνετε αντί να ψωνίζετε κατά την καταναλωτική φρενίτιδα της Black Friday», αναφέρει ένας άλλος τίτλος στην Huffington Post .

Πιο εμφατικά, ο Πάπας Φραγκίσκος έχει καταδικάσει επανειλημμένα τον καταναλωτισμό τους τελευταίους μήνες, ενώ ο Άγγλος πολιτικός Ken Livingstone επιμένει ότι ο καταναλωτισμός προκαλεί την κλιματική αλλαγή κι έτσι θα καταστρέψει τον κόσμο των παιδιών μας.

Συχνά, οι υποστηρικτές των αγορών και του καπιταλισμού εκλαμβάνουν αυτές τις επικρίσεις ως άμεση επίθεση στις ίδιες τις αγορές. Αυτή η αντανακλαστική ταύτιση του καταναλωτισμού με τον καπιταλισμό, έπειτα, οδηγεί συχνά σε παθιασμένη υπεράσπιση του καταναλωτισμού εκ μέρους των υποστηρικτών της αγοράς, σαν η υπεράσπιση του καταναλωτισμού να είναι κατ’ ανάγκη υπεράσπιση του καπιταλισμού.

Θα τόνιζα, ωστόσο, ότι αυτό είναι εσφαλμένο. Ο καταναλωτισμός και ο καπιταλισμός δεν είναι το ίδιο πράγμα, ούτε αυτά τα δύο συνδέονται απαραίτητα.

Η αντικαπιταλιστική αριστερά, φυσικά, επιθυμεί αυτή τη συσχέτιση και θέλει να προκαλέσει αντίσταση στον καταναλωτισμό που θα χρησιμεύσει ακολούθως ως αντίσταση στις αγορές συνολικά. Επιτρέποντας στους αριστερούς να καθιερώσουν μια αδιαμφισβήτητη συσχέτιση μεταξύ αγορών και καταναλωτισμού, τους βοηθάμε απλά να διαιωνίζουν έναν μύθο.

Τι ακριβώς είναι ο καταναλωτισμός;

Πολύ συχνά, η συζήτηση σχετικά με τον καταναλωτισμό είναι εξαιρετικά ανακριβής. Έτσι, για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε, θα πρέπει πρώτα να ορίσουμε τι ακριβώς είναι ο καταναλωτισμός. Για αυτό, θα μπορούσαμε να συμβουλευτούμε τη Wikipedia, η οποία είναι σε γενικές γραμμές χρήσιμη για τον δημοφιλή ορισμό των πραγμάτων. Η Wikipedia λέει πως ο καταναλωτισμός είναι «μια κοινωνική και οικονομική τάξη που ενθαρρύνει την απόκτηση αγαθών και υπηρεσιών σε συνεχώς αυξανόμενες ποσότητες». Το Mirriam-Webster παρέχει επίσης δύο ορισμούς που είναι χρήσιμοι για την παρούσα ανάλυση μας:

«η θεωρία ότι η αυξανόμενη κατανάλωση αγαθών είναι οικονομικά επιθυμητή»

«Εμμονή και τάση προς την αγορά καταναλωτικών αγαθών»

Σε όλους αυτούς τους ορισμούς βρίσκουμε ένα συγκεκριμένο στοιχείο ακορεστότητας: ο καταναλωτισμός είναι η πεποίθηση ότι είναι καλό να αυξάνουμε συνεχώς την κατανάλωση αγαθών.

Η θεωρία πως οι αγορές δημιουργούν καταναλωτισμό και εξαρτώνται από αυτόν

Αυτοί οι ορισμοί είναι αρκετά σωστοί. Αλλά γιατί κατηγορείται ο καπιταλισμός;

Εξάλλου, ο καπιταλισμός έχει ιστορικά συσχετιστεί συχνά με τους τσιγκούνηδες και με οικονομικούς θεωρητικούς που έδωσαν μεγάλη έμφαση στην εργασία, την εξοικονόμηση και τις περιορισμένες δαπάνες. Ο Ebenezer Scrooge, είναι ίσως ο πιο διάσημος «κακός» καπιταλιστής στην αγγλική λογοτεχνία. Ωστόσο, ο Scrooge είναι γνωστός για την αποστροφή του προς τα Χριστούγεννα, ακριβώς επειδή τα Χριστούγεννα ενθάρρυναν τον καταναλωτισμό. Ομοίως, οι υποστηρικτές του καπιταλισμού της επονομαζόμενης «προτεσταντικής ηθικής της εργασίας» – όπως αυτή περιγράφεται από τον Max Weber – καταδίκασαν επανειλημμένα την υπερβολική κατανάλωση. Σύμφωνα με τη θεωρία του Weber, η οποία ασκεί μεγάλη επιρροή, η επιτυχία του καπιταλισμού αποδίδεται στην άνοδο ενός αξιακού συστήματος που καταδικάζει τους αργόσχολους και τη σπατάλη, ενώ επαινεί τη φειδώ και τη λιτότητα. Με άλλα λόγια, σύμφωνα με τον Weber, ο καπιταλισμός δεν μοιάζει σε τίποτα με τον καταναλωτισμό.

Συνεπώς, εφόσον οι καπιταλιστές κάποτε συσχετίζονταν με τη συνετή δαπάνη των χρημάτων, γιατί κατηγορούνται στις μέρες μας για την υποτιθέμενη εμμονή τους με την ασταμάτητη κατανάλωση;

Η θεωρία που χρησιμοποιεί η αριστερά σε αυτό το σημείο είναι βασικά η εξής: Για να επιβιώσει ο καπιταλισμός, απαιτεί ολοένα και μεγαλύτερα επίπεδα κατανάλωσης. Αν οι άνθρωποι σταματήσουν να ξοδεύουν και την τελευταία τους δεκάρα καταναλώνοντας επιδεικτικά, ο καπιταλισμός θα καταρρεύσει υπό το βάρος του. Αυτό συνοψίζεται σε μια  επεξήγηση του καταναλωτισμού από τον Ahmad Jansiz στην Journal of Politics and Law. Σε άρθρο του 2014 με τίτλο «Η ιδεολογία της κατανάλωσης: Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει μια καταναλωτική κοινωνία», ο Jansiz γράφει :

Για να επιτευχθεί [κέρδος], θεωρείται ουσιαστική η περισσότερη παραγωγή, πώληση, επένδυση και, πάλι, παραγωγή. Για να το θέσουμε διαφορετικά, σε κάθε κύκλο ο στόχος είναι να πωλούνται περισσότερα αγαθά και να αποκομίζονται περισσότερα κέρδη.
Αρχικά θεωρήθηκε ότι οι ανώτερες τάξεις είναι οι κύριοι αγοραστές των καπιταλιστικών αγαθών, αλλά στη συνέχεια διαπίστωσαν ότι η μαζική παραγωγή απαιτεί και μαζικούς καταναλωτές. Καθώς οι οικογένειες των υψηλών τάξεων δεν ήταν πολλές, η ανάγκη για μαζικούς καταναλωτές έγινε εμφανής.
Στις πρώιμες παραγωγές, η κάλυψη των βιολογικών αναγκών των καταναλωτών θεωρούταν σημαντική, αλλά καθώς οι βιολογικές ανάγκες των καταναλωτών είναι περιορισμένες σε αριθμό, έπρεπε να δημιουργηθούν μη βιολογικές ανάγκες στις καταναλωτικές κοινωνίες. Οι μη βιολογικές ανάγκες θα ήταν επίσης περιορισμένες, αλλά οι παραγωγοί δεν θα έχαναν το χαρακτηριστικό της μαζικής παραγωγής τους ως έναν από τους στόχους τους. Για το σκοπό αυτό δημιουργήθηκαν ψευδείς ανάγκες στις καπιταλιστικές χώρες, ώστε τα μαζικά αγαθά να καταναλώνονται γρήγορα. Σε άλλες κοινωνίες, αυτό το μοτίβο επικράτησε και είτε εξασθένησαν σταδιακά είτε ενέδωσαν στον καπιταλισμό. Ο καπιταλισμός διατηρεί σήμερα τα κυρίαρχα πρότυπα παραγωγής και κατανάλωσης στον κόσμο.

 

Δυστυχώς για τους υποστηρικτές αυτής της θεωρίας, αυτή η περιγραφή του καπιταλισμού είναι εξαιρετικά εσφαλμένη.

Βεβαίως, φαίνεται να παρέχει μια ακριβή απεικόνιση ορισμένων βιομηχανιώνΟι κατασκευαστές πολυτελών αυτοκινήτων και high-end παπουτσιών ωφελούνται όταν μπορούν να πείσουν δρώντες στην αγορά να καταναλώσουν πράγματα πολύ πιο πάνω και πέρα ​​από αυτό που ο Jansiz αποκαλεί «βιολογικές ανάγκες». Ομοίως, η εκλαμβανόμενη ανάγκη για επώνυμα παπούτσια αξίας 300 δολαρίων, θα μπορούσε εύλογα να ονομαστεί «ψευδής ανάγκη», για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία του Jansiz.

Ωστόσο, οι εταιρείες που πωλούν ακριβά ενδύματα και μεγάλα SUV αυτοκίνητα δεν είναι οι μόνοι παίκτες στην αγορά. Στην αγορά υπάρχουν επίσης εταιρείες που πωλούν υπηρεσίες όπως συνταξιοδοτικά αποταμιευτικά προγράμματα ή επενδυτικά εργαλεία που αποσκοπούν στην παροχή μακροπρόθεσμης αποταμίευσης και επένδυσης που στοχεύουν στην αναβολή-μετάθεση της τρέχουσας κατανάλωσης.

Σίγουρα, οι επιχειρήσεις που προσφέρουν κεφάλαια συνταξιοδότησης και λογαριασμούς ταμιευτηρίου δεν είναι λιγότερο «καπιταλιστικές» από τις εταιρείες που πωλούν designer jeans. Ο Σκρουτζ θα επευφημούσε χωρίς αμφιβολία τις εταιρείες αποταμιεύσεων συνταξιοδότησης και επενδύσεων και θα επέκρινε τους πωλητές αυτοκινήτων πολυτελείας.

Γιατί λοιπόν πρέπει να πιστέψουμε ότι οι αγορές και ο καπιταλισμός ενσωματώνονται  μόνο στις επιχειρήσεις που ζητούν από τους καταναλωτές να ξοδέψουν όλα τα χρήματά τους στην άμεση κατανάλωση καταναλωτικών αγαθών;

Κάκιστη οικονομική θεωρία = Η πεποίθηση πως η κατανάλωση οδηγεί την οικονομική ανάπτυξη

Η απάντηση έγκειται στο γεγονός ότι οι δημοφιλείς έννοιες της οικονομικής ανάπτυξης – τόσο στην αριστερά όσο και στη δεξιά και στο κέντρο – επιμένουν ότι ένα υγιές οικονομικό σύστημα βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην κατανάλωση.

Αυτό μας το υπενθυμίζουν κάθε φορά που λένε ότι πρέπει να αυξηθεί η καταναλωτική ζήτηση προκειμένου να αυξηθεί ή να διατηρηθεί η οικονομική ανάπτυξη. Μας το υπενθυμίζουν οι οικονομολόγοι, κατά τη διάρκεια μιας οικονομικής ύφεσης,  όταν λένε στον κόσμο πως πρέπει να δαπανήσει για να μην καταρρεύσει η οικονομία.

Μερικές φορές, αυτές οι απόψεις γίνονται τόσο ακραίες ώστε μας λένε ότι η κατανάλωση είναι πατριωτικό μας καθήκον. Αυτό δεν είναι υπερβολή. Χρηματοοικονομικοί και οικονομικοί αναλυτές το λένε σοβαρά. Το 2001, για παράδειγμα, καθώς επήλθε ύφεση και οι ΗΠΑ αντιμετώπισαν παράλληλα τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου, ο Dick Cheney δήλωσε ότι ελπίζει πως οι Αμερικανοί δεν θα  επιτρέψουν στους τρομοκράτες και σε αυτό που συνέβη να αλλάξουν τον τρόπο ζωής τους και τις οικονομικές τους δραστηριότητες». Αυτό που απλά εννοούσε ήταν: «αγοράστε περισσότερα πράγματα ή θα νικήσουν οι τρομοκράτες».

Η ίδια γενική άποψη αναζωπυρώθηκε πάλι το 2009, όταν οι «ειδικοί» στα οικονομικά επέμειναν ότι ο τρόπος για να σωθεί η οικονομία από τη μεγάλη ύφεση ήταν να δαπανά περισσότερα ο κόσμος. Μας προειδοποίησαν ότι το «παράδοξο των περιορισμένων δαπανών» θα μας καταδίκαζε όλους σε μια διαρκή ύφεση αν οι άνθρωποι δεν έβγαιναν έξω ξοδεύοντας όλες τις αποταμιεύσεις τους σε μερικά ακόμα high-end ηλεκτρονικά προϊόντα.

Αλλά οι οικονομίες δεν λειτουργούν καθόλου με αυτόν τον τρόπο. Όταν το 2010 οι mainstream οικονομολόγοι μας κατσάδιαζαν για να δαπανήσουμε περισσότερα ο Lew Rockwell συνόψισε:

Το πρόβλημα είναι ότι οι δαπάνες δεν είναι η αιτία της οικονομικής ανάπτυξης. Οι επενδύσεις, που ξεκινούν με την αποταμίευση, είναι η ρίζα της οικονομικής ανάπτυξης. Δεν έχει σημασία που η κατανάλωση αποτελεί ένα ορισμένο ποσοστό της οικονομικής δραστηριότητας. Αυτό που βλέπετε είναι μόνο η ορατή επιφάνεια. Οι δαπάνες και η κατανάλωση χωρίς αποταμιεύσεις και επενδύσεις αποτελούν στην πορεία συνταγή καταστροφής των προοπτικών ευημερίας. Στην περίπτωση αυτή, το καλύτερο που μπορούν να κάνουν οι πλούσιοι για ένα μέλλον οικονομικής ανάπτυξης δεν είναι να δαπανήσουν, αλλά να αποταμιεύσουν ώστε να επενδύσουν.

 

Αυτό θα πρέπει να είναι αυτονόητο όταν λάβουμε υπόψη τον τρόπο με τον οποίο πλουτίζουν εξ αρχής οι άνθρωποι και οι οικονομίες. Για να μπορέσουν οι εργαζόμενοι να δαπανήσουν σε καταναλωτικά αγαθά, πρέπει πρώτα να παράγουν αρκετά αγαθά και υπηρεσίες υψηλής αξίας για να έχουν πλεόνασμα. Και πώς μπορούν οι εργαζόμενοι να παράγουν πιο πολύτιμα αγαθά σε λιγότερο χρόνο; Αυτό καθίσταται δυνατό από το κεφάλαιο υπό τη μορφή μηχανημάτων, ηλεκτρονικών υπολογιστών, φορτηγών και εργοστασίων. Πριν καταστούν διαθέσιμα όλα αυτά τα πράγματα, οι περισσότεροι άνθρωποι περνούσαν πολλές ώρες σκάβοντας τη γη ζώντας στα όρια της επιβίωσης.

Μόνο μετά από αιώνες συσσώρευσης κεφαλαίου – συσσώρευση που κατέστη δυνατή με αποταμίευση και επενδύσεις – πραγματοποιήθηκε η εκβιομηχάνιση και οι εργαζόμενοι ήταν σε θέση να καταστούν αρκετά παραγωγικοί ώστε να παράγουν και παράλληλα να καταναλώνουν όλα τα αγαθά και τις υπηρεσίες που συνδέουμε σήμερα με μια κοινωνία προσανατολισμένη στην αγορά .

Χωρίς αποταμίευση, η ικανότητα συντήρησης, βελτίωσης, εφεύρεσης, εξέλιξης και κατασκευής μηχανημάτων και εργοστασίων εξαφανίζεται. Και όταν αυτά εξαφανιστούν, θα επιστρέψουμε όλοι στο σκάψιμο της γης στα όρια της επιβίωσης ζώντας σε τρώγλες.

Κάποιοι θα επισημάνουν: «μα χωρίς κατανάλωση, κανείς δεν θα αγοράσει αυτά που φτιάχνουν οι εταιρείες και τα εργοστάσια και όλα θα καταρρεύσουν!»

Ναι, είναι αλήθεια ότι οι οικονομίες χρειάζονται τόσο την κατανάλωση όσο και την αποταμίευση για να λειτουργούν κανονικά. Αλλά το ένα δεν είναι πιο σημαντικό από το άλλο. Ευτυχώς, οι αγορές έχουν ενσωματωμένο μηχανισμό για την εξισορρόπηση των αποταμιεύσεων και των επενδύσεων. Ονομάζεται «επιτόκια.» Τα επιτόκια είναι σήματα που στέλνει η αγορά στους καταναλωτές, τα οποία τους λένε αν είναι καλή ιδέα να αποταμιεύσουν ή να καταναλώσουν. Όταν οι αποταμιεύσεις είναι αραιές, τα επιτόκια αυξάνονται και οι καταναλωτές αποταμιεύουν περισσότερα χρήματα για να επωφεληθούν από τα υψηλά επιτόκια. Όταν η αποταμίευση είναι άφθονη, τα επιτόκια μειώνονται, σηματοδοτώντας στους καταναλωτές ότι είναι καλή στιγμή να επωφεληθούν από τα χαμηλά επιτόκια, να δανειστούν περισσότερα και να καταναλώσουν περισσότερα αυτοκίνητα, σπίτια και άλλα αγαθά.

Όταν οι κυβερνήσεις παρεμβαίνουν για να «τονώσουν» την κατανάλωση

Το σύστημα αυτό, ωστόσο, εξαλείφεται όταν οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες παρεμβαίνουν για να «τονώσουν» την οικονομία μέσω περισσότερων κυβερνητικών δαπανών και μέσω των κεντρικών τραπεζών που χαμηλώνουν εξαναγκαστικά τα επιτόκια.

Αυτή η «τόνωση» πραγματοποιείται ώστε να δαπανήσουν περισσότερα οι καταναλωτές. Αλλά δεν είναι κάτι που μπορούν να κάνουν οι αγορές ή οι καπιταλιστές. Η διαδικασία αυτή απαιτεί κυβερνητική παρέμβαση και επομένως δεν αποτελεί μέρος της οικονομίας της αγοράς.

Ωστόσο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό οδηγεί σε περισσότερες δαπάνες – για λίγο. Αλλά αυτό το είδος κυβερνητικής παρέμβασης παράγει επίσης μη βιώσιμα επίπεδα χρέους, χαμηλά επίπεδα αποταμίευσης και υπερβολικές δαπάνες. Με άλλα λόγια, οι πολιτικές της κυβέρνησης προκαλούν αυτό που σήμερα αποκαλούμε «καταναλωτισμό».

Παραδόξως, όμως, κατηγορούνται οι αγορές και ο καπιταλισμός.

***

 

Δημοσιευμένο αρχικά στο Mises Institute

Ο Ryan McMaken  είναι ο αρχισυντάκτης του Mises Wire και του The Austrian για το Ινστιτούτο Ludwig von Mises. Έχει λάβει πτυχία στα οικονομικά και στις πολιτικές επιστήμες από το πανεπιστήμιο του Colorado και ήταν αρμόδιος οικονομολόγος του οικιστικού τομέα του Colorado από το 2009 ως το 2014. Είναι συγγραφέας του Commie Cowboys: The Bourgeoisie and the Nation-State in the Western Genre.

Βρίσκετε ενδιαφέροντα τα άρθρα στην «Ελεύθερη Αγορά»; Εκτιμάτε την προσπάθεια μας; Κάντε τώρα μια δωρεά 5 ευρώ και ενισχύστε μας.