
η ευρωπαϊκή οικονομία είναι ένας πολύ βαριά ασθενής, τον οποίο η αυτόκλητη γιατρός, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, «θεραπεύει» με το δηλητήριο που τον αρρώστησε εξαρχής.
Απόδοση: Ευθύμης Μαραμής
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα φημολογείται ότι σκοπεύει να πάψει το τετραετές πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» στο τέλος αυτής της εβδομάδας, καθώς θα σταματήσει τις αγορές περιουσιακών στοιχείων, διατηρώντας παράλληλα τα επιτόκια σε επίπεδα σχεδόν μηδενικά κατά το 2019. Ο Economist διαμαρτύρεται για την «βιαστική» αυτή απόφαση, υποστηρίζοντας ότι η ευρωπαϊκή οικονομία εξακολουθεί να «κομπιάζει», δείχνοντας μόνο πολύ αδύναμα και ασταθή σημάδια ανάπτυξης.
Από το 2015, η ΕΚΤ έχει αγοράσει ομόλογα αξίας σχεδόν 3 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Ωστόσο, ο πληθωρισμός παρέμεινε αρκετά χαμηλός, οι εξαγωγές σημείωσαν άνοδο και υποχώρησαν και η ζώνη του ευρώ δεν παρουσίασε σαφή σημάδια ανάκαμψης μετά την οικονομική κατάρρευση του 2008. Ψαχουλεύοντας στο σκοτάδι, ο Economist κατηγορεί τις «κακές καιρικές συνθήκες, τις απεργίες και την υψηλή γρίπη» για το ασθενές ξεκίνημα του 2018, καθώς και την χαμηλή ζήτηση, τόσο την εγχώρια όσο και την διεθνή, για τις συνολικά δυσοίωνες προοπτικές.
Όμως, στην πραγματικότητα, η ευρωπαϊκή οικονομία είναι ένας πολύ βαριά ασθενής, τον οποίο η αυτόκλητη γιατρός, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, «θεραπεύει» με το δηλητήριο που τον αρρώστησε εξαρχής. Εκτιμά επίσης την υγεία του ασθενούς της, παρακολουθώντας λανθασμένα σημάδια, δηλαδή αναζητώντας κάποιο χρώμα στα μάγουλά του και όχι κάποιον έντονο καρδιακό παλμό. Ο von Mises (2009, 20) επεσήμανε ήδη από το 1934 ότι:
[…] Η αναπόφευκτη και αναπότρεπτη συνέπεια της πιστωτικής επέκτασης… αναγκαστικά οδηγεί τελικά σε κατάρρευση. Και αυτό που υποστηρίζεται κυρίως ως διορθωτικό μέτρο, δεν είναι παρά μια ακόμα πιστωτική επέκταση, κάτι που σίγουρα θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια παροδική φαινομενική άνθιση, αλλά θα τερματίσει αντιστοίχως σε μια σφοδρότερη κρίση.
Οι τρέχουσες υποτονικές επιδόσεις των ευρωπαϊκών οικονομιών οφείλονται στις εσφαλμένες επενδύσεις πριν από την κατάρρευση του 2008, οι οποίες δεν επιτράπηκε να εκκαθαριστούν μέσω της συνήθους διαδικασίας της αγοράς και σε όλες τις κακές επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν στην περίοδο των κύκλων της «ποσοτικής χαλάρωσης» που έχει αναληφθεί έκτοτε. Τα κεφαλαιουχικά αγαθά που επενδύθηκαν λανθασμένα σε περισσότερο κυκλικές/μακρόπνοες διαδικασίες κατά τη διάρκεια της τεχνητής άνθισης και μετά την κατάρρευση, παραμένουν εγκλωβισμένα σε μη παραγωγικές διαδικασίες. Οι ασφυκτικές κανονιστικές ρυθμίσεις για τις οποίες φημίζεται η Ε.Ε. απλώς έκαναν δυσκολότερο για τους επιχειρηματίες να αποφύγουν κάποιες ζημίες από την κρίση και να ξεκινήσουν νέες και πραγματικά παραγωγικές προσπάθειες. Ο von Mises (2009, 364) εξηγεί:
Οικονομικά αγαθά που θα μπορούσαν να ικανοποιήσουν πιο σημαντικές επιθυμίες, χρησιμοποιήθηκαν για την ικανοποίηση λιγότερο σημαντικών. Μόνο εφόσον αποκατασταθεί η εσφαλμένη κατανομή των πόρων, με την εκτροπή τους σε διαφορετικούς διαύλους, μπορεί να προληφθεί η ζημία.
Η επόμενη κατάρρευση είναι δεδομένη
Δεν προκαλεί καμία έκπληξη που βλέπουμε τις οικονομίες του ευρώ να αγκομαχούν για να ανακτήσουν οποιαδήποτε δυναμική. Η ευθύνη έγκειται στη νομισματική πολιτική. Όσο και να προσπαθεί ο Economist να προσθέσει μια θετική πινελιά ή και ένα γκλάμουρ άγγιγμα στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα – αναφερόμενος σε ένα «αγωνιώδες» καθήκον, που απαιτεί «εναπόθεση ψυχής» και «διατήρηση της πίστης» – το μόνο που καταφέρνει είναι να υπογραμμίσει μια μάλλον ενοχλητική και αμήχανη αλήθεια: η κεντρική τραπεζική δραστηριότητα αποτελεί απλώς παρωχημένη ανοησία. Οι προβλέψεις βάσει των οποίων παίρνονται οι αποφάσεις της νομισματικής πολιτικής είναι επιεικώς ασαφείς – στην καλύτερη περίπτωση – και επιστημολογικά ανεπαρκείς, ενώ οι «εμπειρογνώμονες» ψάχνουν στο σκοτάδι έχοντας ελάχιστη γνώση για τις οικονομικές πραγματικότητες. Προσθέστε την πολιτική σκοπιμότητα σε αυτό το μείγμα – επειδή καμία κεντρική τράπεζα δεν είναι πραγματικά ανεξάρτητη – και έχετε ένα θεσμό που είναι τόσο ανάρμοστος όσο και επικίνδυνος.
Όπως πάντα, αξίζει να επιστρέψουμε στην εξαιρετικά ακριβή ανάλυση του von Mises (Mises 2009, 21-22) η οποία δυστυχώς αγνοείται εδώ και σχεδόν έναν αιώνα και αντί να περιμένουμε ανάκαμψη, καλύτερα να προετοιμαστούμε για την επερχόμενη κατάρρευση:
Οι επαναλαμβανόμενες οικονομικές κρίσεις δεν είναι παρά η συνέπεια των προσπαθειών, παρά τις όλες εμπειρικές διδαχές και όλες τις προειδοποιήσεις των οικονομολόγων, να ενθαρρυνθεί η οικονομική δραστηριότητα μέσω πρόσθετων πιστώσεων. […] Και παρόλο που το συμπέρασμα στο οποίο οδηγούν οι έρευνές μου, ότι η πιστωτική επέκταση δεν μπορεί να αποτελέσει υποκατάστατο του κεφαλαίου, ίσως να είναι ένα συμπέρασμα το οποίο κάποιοι μπορεί να βρίσκουν άβολο, όμως δεν πιστεύω ότι μπορεί να προκύψει κάποιο λογικό στοιχείο διάψευσης.
***
Η Carmen Elena Dorobăt είναι συνεργάτης του Ινστιτούτου Ludwig von Mises, έχει διδακτορικό στα οικονομικά από το Πανεπιστήμιο Angers και είναι Επίκουρος Καθηγητής Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο Trinity του Leeds στο Ηνωμένο Βασίλειο. Έχει λάβει το Βραβείο OP Alford III του 2015 στην Πολιτική Οικονομία και το Βραβείο Gary G. Schlarbaum για Αριστεία στην Έρευνα και τη Διδασκαλία το 2017. Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν το διεθνές εμπόριο, τη νομισματική πολιτική και θεωρία, καθώς και την ιστορία της οικονομικής σκέψης.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην ιστοσελίδα του ινστιτούτου Ludwig von Mises