Το πρόβλημα με την εξιδανίκευση της «αποτελεσματικότητας»

0
2669

Η ελεύθερη αγορά ευνοεί τους φτωχούς, μαζί με όλους τους υπόλοιπους, αλλά αυτό δεν αρκεί για τους απαιτητικούς συγγραφείς των ριζοσπαστικών αγορών

Του David Gordon

Ανασκόπηση του Βιβλίου: Radical Markets: Uprooting Capitalism and Democracy for a Just Society των Eric A. Posner and E. Glen Weyl, Princeton University Press, 2018.

Απόδοση: Ευθύμης Μαραμής

Το κυρίαρχο αριστερίστικο δόγμα

Οι ριζοσπαστικές αγορές έχουν τουλάχιστον μία αρετή. Το βιβλίο περιέχει πολλές ασυνήθιστες προτάσεις και προτείνω να επικεντρωθούμε στην πιο περίεργη από αυτές. Ο Eric Posner, νομικός μελετητής, και ο Glen Weyl, διευθυντικός ερευνητής της Microsoft, ζητούν τολμηρή επιδίωξη κέρδους και παρέχουν επιχειρήματα για αυτό. Αλλά το αν είναι υγιή τα επιχειρήματα τους, αποτελεί ένα άλλο ζήτημα.

Οι συγγραφείς συμφωνούν με το κυρίαρχο αριστερό δόγμα σε ένα θέμα, αλλά διαφοροποιούνται σε ένα άλλο. Αποδέχονται τη συμβατική άποψη ότι η ανισότητα στην παγκόσμια οικονομία είναι ακραία. Γράφουν:

«Μαζί, οι τάσεις της αυξανόμενης ανισότητας και της στασιμότητας της ανάπτυξης σημαίνουν ότι οι τυπικοί πολίτες στις πλούσιες χώρες δεν ζουν πλέον πολύ καλύτερα από όσο έζησαν οι γονείς τους. […] Αυτές οι τάσεις θέτουν το ίδιο πρόβλημα για τον κυρίαρχο οικονομικό νεοφιλελευθερισμό, όπως συνέβη και με τον στασιμοπληθωρισμό που αντιμετώπισαν τα κεϋνσιανά οικονομικά στην δεκαετία των 70s. Μας υποσχέθηκαν οικονομικό δυναμισμό με αντάλλαγμα την ανισότητα. Έχουμε την ανισότητα, αλλά ο δυναμισμός στην πραγματικότητα ελαττώνεται.»

Οι Posner και Weyl δεν αναφέρονται σε αναλυτές που προβάλουν ενστάσεις σχετικά με την άνοδο της ανισότητας, όπως ο Thomas Sowell και οι συντάκτες του Anti-Piketty. Ας αφήσουμε αυτό το σημείο, ζωτικής σημασίας, στη μία πλευρά. Επίσης, αποτυγχάνουν να αντιμετωπίσουν το εξής ερώτημα: γιατί η ανισότητα αποτελεί κάτι κακό; Όπως σχεδόν όλοι οι εξισωτιστές, υποθέτουν ότι αποτελεί κακό και προχωρούν από αυτό το σημείο. Παρόλο που ζητούν συνεχώς φρέσκες ιδέες, δεν αμφισβητούν ποτέ αυτή την εμβληματική επικρατούσα άποψη της εποχής μας.

Διαφέρουν με την αριστερά, όμως, στην οπτική των αγορών. Για τους Posner και Weyl, η αγορά είναι αξιέπαινη. Όπως σημειώνουν:

«Η βασική αρχή μας θεωρεί ότι οι αγορές είναι – και μεσοπρόθεσμα θα παραμείνουν – ο καλύτερος τρόπος για την οργάνωση μιας κοινωνίας».

Οι Posner και Weyl υποστηρίζουν τις αγορές και ευνοούν την ισότητα. Η ελεύθερη αγορά ευνοεί τους φτωχούς, μαζί με όλους τους υπόλοιπους, αλλά αυτό δεν αρκεί για τους απαιτητικούς συγγραφείς μας. Η αγορά επιτρέπει πάρα πολλές ανισότητες. Τι πρέπει να γίνει τότε; Οι συγγραφείς εντοπίζουν ένα κρίσιμο ελάττωμα στις αγορές, όπως αυτές διαμορφώνονται σήμερα. Αναφέρουν:

«Οι αγορές δεν είναι απόλυτα ανταγωνιστικές, που σημαίνει ότι υπάρχει ένας μικρός αριθμός ομοιογενών προϊόντων και κανένα άτομο δεν κατέχει ή αγοράζει ένα μεγάλο μέρος από αυτά. Εξαιτίας αυτού, οι περισσότεροι αγοραστές και πωλητές έχουν «διαπραγματευτική ισχύ». […] Κάθε πλευρά εργάζεται σκληρά για να διαπιστώσει τι θα ήταν διατεθειμένη να πληρώσει ή να δεχτεί η άλλη πλευρά και προσπαθεί για την καλύτερη δυνατή τιμή. Μια τέτοια στρατηγική συμπεριφορά συχνά προκαλεί αποτυχία στις συναλλαγές. Ακόμη και όταν επιτύχουν, έχουν χαθεί τεράστια ποσά χρόνου και προσπάθειας κατά τη διαδικασία. Αυτά τα προβλήματα μεγεθύνονται στις πολύπλοκες επιχειρηματικές συναλλαγές.»

Με άλλα λόγια, οι συγγραφείς μας λένε πως η διαπραγματευτική ισχύς παρακρατεί τεράστια ποσά πόρων από την αγορά.

Νεοκλασικές ασυναρτησίες

Ακριβώς όπως οι συγγραφείς ποτέ δεν θέτουν το ερώτημα, γιατί η ανισότητα είναι κακή, δεν παρέχουν επίσης κανένα επιχείρημα που να δικαιολογεί το γιατί όλοι οι πόροι πρέπει ανά πάσα στιγμή να είναι διαθέσιμοι προς πώληση. Γιατί είναι κακό να παρακρατούμε τους πόρους με την ελπίδα καλύτερων όρων σε μια μεταγενέστερη στιγμή; Δεν μας λένε ποτέ. Το καλύτερο που καταφέρνουν να παραθέσουν οι συγγραφείς είναι το εξής:

«Πώς μπορούμε να μετρήσουμε τη μεγαλύτερη ευτυχία για τον μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων; Πώς είναι δυνατόν να συγκρίνουμε την ευτυχία ενός ατόμου με αυτήν ενός άλλου; Πολλοί οικονομολόγοι έχουν υποστηρίξει ότι αυτός ο στόχος είναι ανέφικτος. Υποστηρίζουν ότι το μόνο που μπορούμε να ελπίζουμε είναι να διασφαλίσουμε ότι η ευτυχία κάποιου δεν θα αυξηθεί μειώνοντας την ευτυχία κάποιου άλλου, μια κατάσταση που ονομάζεται αποτελεσματικότητα Pareto και ότι η συνολική ευτυχία θα κατανέμεται δίκαια».

Τώρα αποκαλύπτεται το σκεπτικό. Εάν η αύξηση της χρηματικής αξίας των πόρων λαμβάνεται ως περίπου ίση με την αύξηση της ωφέλειας, τότε η έλευση παρακρατηθέντων πόρων στην αγορά, δημιουργεί κέρδη αποδοτικότητας. Είναι «κατά Pareto βέλτιστο», που λένε οι νεοκλασικοί οικονομολόγοι. Αυτό απλώς πάει πιο πίσω το ερώτημά μας: γιατί η αποδοτικότητα Pareto πρέπει να είναι το κριτήριο βάσει του οποίου θα επιβάλλονται οι οικονομικές πολιτικές; Ο Murray Rothbard παρατήρησε δηκτικά:

«Υπάρχουν πολλές επικαλύψεις σοβαρής πλάνης που εμπλέκονται στην ίδια την έννοια της αποτελεσματικότητας όπως εφαρμόζεται στους κοινωνικούς θεσμούς ή τις πολιτικές: (1) το πρόβλημα δεν είναι μόνο ο καθορισμός στόχων αλλά και η λήψη αποφάσεων για το ποιανού οι στόχοι πρέπει να επιδιωχθούν . (2) Οι μεμονωμένοι στόχοι τείνουν σε συγκρούσεις και ως εκ τούτου οποιαδήποτε έννοια πρόσθετης κοινωνικής αποτελεσματικότητας είναι κενή νοήματος. (3) Ακόμη και οι μεμονωμένες πράξεις κάθε ατόμου δεν μπορούν να θεωρηθούν «αποτελεσματικές». Στην πραγματικότητα, αναμφισβήτητα δεν θα είναι. Ως εκ τούτου, η αποτελεσματικότητα είναι μια λανθασμένη έννοια ακόμη και όταν εφαρμόζεται στις ενέργειες ενός ατόμου που κινείται προς τους σκοπούς του. Είναι a fortiori μια έννοια χωρίς νόημα όταν περιλαμβάνει περισσότερα από ένα άτομα, πόσο μάλλον μια ολόκληρη κοινωνία».

Το… Ιδιοφυές σχέδιο των Posner και Weyl 

Τι προτείνουν οι Posner και Weyl για να περιοριστεί η διαπραγματευτική ισχύς; Η λύση είναι ένας «κοινός αυτο-προσδιορισμένος φόρος ιδιοκτησίας». Σύμφωνα με την πρόταση, ο καθένας θα καθορίσει μια τιμή για κάθε περιουσιακό του στοιχείο και αυτή η αξιολόγηση θα αποτελέσει τη βάση για τη φορολογία. Εάν έχετε κάποια ένσταση σχετικά με το ότι οι άνθρωποι θα καθιστούσαν αυτή την αξιολόγηση παράλογα χαμηλή για να αποφευχθεί η φορολογία, εδώ προκύπτει η ευρηματικότητα του προγράμματος. Μόλις κάποιος προβεί στην αυτοαξιολόγηση των περιουσιακών του στοιχείων, οποιοσδήποτε μπορεί να αγοράσει αυτά τα στοιχεία σε αυτή την τιμή. Με τον τρόπο αυτό, η αποτελεσματικότητα αυξάνεται, καθώς ο αγοραστής δεν θα αγόραζε το περιουσιακό στοιχείο, εκτός αν γνώριζε ότι θα μπορούσε να του αποφέρει μεγαλύτερη απόδοση από όσα πλήρωσε για αυτό. Ο πλούτος, ή η μεταβλητή αποτελεσματικότητας, αυξάνονται, ενώ η διαπραγματευτική ισχύς περιορίζεται.

Σε αυτό υπάρχει μια προφανής ένσταση και οι συγγραφείς απαντούν σε αυτή. Η ένσταση έγκειται στο ότι ένας επενδυτής δεν θα αγόραζε ένα περιουσιακό στοιχείο που θα ήθελε να αναπτύξει επί σειρά ετών, εάν πίστευε ότι κάποιος άλλος θα μπορούσε να το αγοράσει από αυτόν καταβάλλοντας την τιμή αποτίμησης του. Οι συγγραφείς απαντούν προτείνοντας τη μείωση του φορολογικού συντελεστή. Υποστηρίζουν πως οι άνθρωποι που θα έπρεπε να παραδώσουν λιγότερα από τα κέρδη τους στο κράτος, θα επενδύσουν περισσότερα. Αυτό πράγματι ισχύει, αλλά κάτι τέτοιο δεν αναιρεί το σκοπό του σχεδίου αποτελεσματικότητας; Με χαμηλότερους φόρους, οι άνθρωποι, για να αποτρέψουν τους αγοραστές, θα αυξήσουν τις τιμές αυτοαξιολόγησης των περιουσιακών στοιχείων που θα ήθελαν να διατηρήσουν. Δεν θα ήταν πλέον εύκολο να αρπαχτούν τα περιουσιακά τους στοιχεία. Οι Posner και Weyl απαντούν:

«Όταν ο φόρος μειώνεται προοδευτικά για να βελτιωθεί η αποδοτικότητα των επενδύσεων, η απώλεια της αποδοτικότητας κατανομής είναι μικρότερη από το κέρδος της αποδοτικότητας των επενδύσεων. Ένας πλήρως εφαρμοζόμενος κοινός αυτο-προσδιορισμένος φόρος ιδιοκτησίας, θα μπορούσε να αυξήσει τον κοινωνικό πλούτο κατά τρισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Επιπλέον, τα τεράστια έσοδα από τους φόρους επί του προστιθέμενου πλούτου θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη μείωση των ανισοτήτων.»

Οι συντάκτες παραδέχονται ένα μειονέκτημα στο σχέδιό τους. Τι θα συνέβαινε αν διαθέτει κάποιος περιουσιακά στοιχεία που δεν θέλει να πουλήσει σε οποιαδήποτε τιμή; Ο μόνος τρόπος για να αποφύγετε την πιθανότητα να αγοράσει κάποιος το περιουσιακό σας στοιχείο, είναι να καθορίσετε μια τιμή που θα σας υποβάλει σε εξοντωτική φορολογία; Προτείνουν να αποτραπεί κάτι τέτοιο μέσω εξαιρέσεων. Αλλά έχουν μια πιο θεμελιώδη απάντηση:

«Ο κοινός αυτο-προσδιορισμένος φόρος ιδιοκτησίας, θα μπορούσε επίσης να μας κάνει να σκεφτούμε την ιδιοκτησία με διαφορετικό και πιο υγιή τρόπο. Ένας κοινός αυτο-προσδιορισμένος φόρος ιδιοκτησίας φορολογεί αντικείμενα, όχι προσωπικές σχέσεις. Δεν θα ήταν καλύτερα αν οι άνθρωποι επένδυαν λιγότερη από τη συναισθηματική τους ενέργεια σε αντικείμενα και περισσότερη στις προσωπικές τους σχέσεις; … Η φετιχιστική προσκόλληση σε ένα ιδιόκτητο αυτοκίνητο – ένα εξαιρετικά ακριβό περιουσιακό στοιχείο… ανήκει, ευτυχώς, στο παρελθόν. Αυξανόμενα οικονομικά στοιχεία, δείχνουν ότι η υπερβολική προσκόλληση στην απόκτηση σπιτιού, εμποδίζει την απασχόληση και τον δυναμισμό στην αμερικανική οικονομία, ένα πρόβλημα που ο κοινός αυτο-προσδιορισμένος φόρος ιδιοκτησίας θα μείωνε σημαντικά».

Κεντρικός σχεδιασμός vs Ελευθερίας

Εδώ αναδύεται με απόλυτη σαφήνεια η διαφορά μεταξύ των θέσεων του von Mises και του Rothbard και του «ριζοσπαστισμού» των Posner και Weyl . Ο von Mises και ο Rothbard αποδέχονται τους ανθρώπους όπως είναι: από αυτό το σημείο εκκίνησης, υποστηρίζουν ότι η ελεύθερη αγορά επιτρέπει τις αμοιβαία επωφελείς συναλλαγές. Οι Posner και Weyl είναι «προοδευτικοί» που θέλουν να μετασχηματίσουν τους ανθρώπους σύμφωνα με την δική τους οπτική.

Όταν διάβασα την θέση των συγγραφέων σχετικά με τον κοινό αυτο-προσδιορισμένο φόρο ιδιοκτησίας, αναρωτήθηκα: εάν οι συγγραφείς ενδιαφέρονται τόσο πολύ για την αύξηση του κοινωνικού πλούτου, γιατί επιτρέπουν στα άτομα να επιλέξουν τα επαγγέλματα τους; Τι θα συνέβαινε αν θα μπορούσατε να δημιουργήσετε περισσότερα έσοδα σε ένα διαφορετικό επάγγελμα από αυτό που προτιμάτε; Ας υποθέσουμε ότι ένας συγγραφέας θα μπορούσε να κερδίσει πολύ περισσότερα χρήματα ως χρηματιστής. Θα πρέπει να του επιτραπεί να στερήσει από την κοινωνία όλο το φορολογητέο εισόδημα που θα κέρδιζε στο υψηλότερα αμειβόμενο επάγγελμα του χρηματιστή; Σίγουρα, οι συγγραφείς οδεύουν προς αυτή την κατεύθυνση, αν και αγνοούν τις συνέπειές της. Συνεχίζουν:

«Εξετάστε μια πολύ ριζοσπαστική επέκταση του κοινού αυτο-προσδιορισμένου φόρου ιδιοκτησίας: στο ανθρώπινο κεφάλαιο… φανταστείτε ότι τα άτομα αυτοαξιολογούν την αξία του χρόνου τους, πληρώνουν φόρο σε αυτήν την αυτο-εκτιμημένη αξία και είναι έτοιμα να εργαστούν για κάθε εργοδότη πρόθυμο να πληρώσει αυτό το μισθό… Βάσει αρχής, ένας κοινός αυτο-προσδιορισμένος φόρος ιδιοκτησίας στο ανθρώπινο κεφάλαιο, θα είναι εξαιρετικά πολύτιμος».

«Δυστυχώς», για τους συγγραφείς, η κοινωνία δεν είναι ακόμη έτοιμη για αυτή την πρόταση.

«Ένας κοινός αυτο-προσδιορισμένος φόρος ιδιοκτησίας στο ανθρώπινο κεφάλαιο, μπορεί να θεωρηθεί ως ένα είδος δουλείας – λανθασμένα κατά την άποψή μας, τουλάχιστον αν ο κοινός αυτο-προσδιορισμένος φόρος ιδιοκτησίας σχεδιαστεί σωστά. Ωστόσο, μπορούμε να αντιληφθούμε το πρόβλημα. Προς το παρόν, η πρόταση δεν είναι ώριμη».

Όποια και αν είναι τα σφάλματα τους, όμως, δεν αξίζουν μια επιβράβευση οι Posner και Weyl σε ένα σημείο; Λένε ότι οι αγορές «είναι… ο καλύτερος τρόπος για την οργάνωση μιας κοινωνίας». Οι προσεκτικοί αναγνώστες θα παρατήρησαν, ωστόσο, ένα σημείο σε αυτή τη φράση, όπου λένε κάτι που σημειώθηκε στην ανασκόπηση μας: «και μεσοπρόθεσμα θα παραμείνουν ως έχουν.»

Πλήρης παρεξήγηση του Ludwig von Mises

Τι εννοούν με αυτό; Αποδίδουν μεγάλη τιμή στο επιχείρημα του von Mises για το πρόβλημα οικονομικού υπολογισμού υπό τον σοσιαλισμό, αλλά δυστυχώς το παρεξηγούν. Λένε:

«Ο λαμπρός οικονομολόγος Ludwig von Mises υποστήριξε ότι το θεμελιώδες πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο σοσιαλισμός δεν είναι τα κίνητρα ή η γνώση συνοπτικά, αλλά η επικοινωνία και ο υπολογισμός. Οι σοσιαλιστές επικριτές του von Mises ισχυρίστηκαν ότι δεν υφίστατο κατ αρχήν δυσκολία με την επίλυση ενός (πολύ μεγάλου) συστήματος εξισώσεων σχετικά με την προσφορά και τη ζήτηση διαφόρων αγαθών, πόρων και υπηρεσιών. Ωστόσο, η μεταγενέστερη ανάπτυξη της θεωρίας της υπολογιστικής και επικοινωνιακής πολυπλοκότητας δικαίωσαν τις ιδέες του Mises. Αυτό που συνειδητοποίησαν αργότερα οι επιστήμονες του υπολογισμού, είναι ότι ακόμη και αν η διαχείριση της οικονομίας ήταν «απλά» ένα πρόβλημα επίλυσης ενός μεγάλου συστήματος εξισώσεων, η εξεύρεση λύσεων απέχει πολύ από το να είναι ένα εύκολο έργο όπως πιστεύουν οι σοσιαλιστές οικονομολόγοι». Ωστόσο, οι νέες εξελίξεις στην παράλληλη και κατανεμημένη επεξεργασία μπορούν να επιτρέψουν την επίλυση αυτών των προβλημάτων και η αγορά όπως την γνωρίζουμε μπορεί να αντικατασταθεί. Ο Mises είναι πρωτοπόρος στην υπολογιστική επιστήμη.»
Το μόνο που μπορεί κάποιος να παραθέσει, για λογαριασμό του Mises, είναι τα λόγια του Eliot στο «The Love Song του J. Alfred Prufrock»: «Δεν εννοούσα αυτό καθόλου, αυτό δεν είναι καθόλου εκείνο που εννοούσα».
***

 

Βρίσκετε ενδιαφέροντα τα άρθρα στην «Ελεύθερη Αγορά»; Εκτιμάτε την προσπάθεια μας; Κάντε τώρα μια δωρεά 5 ευρώ και ενισχύστε μας.